Tag Archives: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Ο μύθος περί ματαιότητας της ύπαρξης και η παγίδα περί του νοήματος της ζωής

Ο μύθος περί ματαιότητας της ύπαρξης και η παγίδα περί του νοήματος της ζωής

Γράφει ο Κώστας Λάμπος

claslessdemocracy@gmail.com,

http://www.classlessdemocracy.blogspot.com,

«Ενάντια στις ιδεολογίες της ένοχης συνείδησης»

Dionys Mascolo[1]

«Η αλλαγή προς το καλύτερο απαιτεί κάτι παραπάνω από μια απλή αλλαγή άποψης. Δεν θα αξίωνε τίποτα λιγότερο από την αλλαγή στον τρόπο που ζούμε»

Zygmumt Bauman[2]

Παλιό, όσο και η ανθρώπινη κοινωνία, ακόμα και πέρα από την ιστορία, μέχρι τις απαρχές του μύθου, είναι το ερώτημα για τον σκοπό της ύπαρξης και για το νόημα της ζωής γενικά και ειδικότερα της ανθρώπινης ζωής. Με δεδομένο ότι η ζωή γενικά προέκυψε από άπειρα τυχαία ‘παιγνίδια’ της ύλης και της ενέργειας, δηλαδή των φυσικών στοιχείων, χημικών αντιδράσεων και φυσικών συνθηκών στα πλαίσια των ιδιοτήτων, περιορισμών και δυνατοτήτων της ασύνειδης Φύσης με τα χαρακτηριστικά της Βιόσφαιρας, που κατάληξαν στα πρώτα μονοκύτταρα (RNA) που με το πείσμα τους και την προσαρμοστικότητά τους κατάφεραν μετά από πολλές περιπλανήσεις, περιπέτειες και εξελίξεις να μεταλλαχτούν και να μετεξελιχτούν σε πολυκύτταρους ζωντανούς οργανισμούς (DNA) που συναποτελούν το δέντρο της ζωής. Όλη  αυτή η σειρά των τυχαιοτήτων, που στην ουσία δεν πρόκειται για τυχαιότητες, αλλά για νομοτέλειες του τύπου ‘εάν – τότε’, αποκαλύπτονται στο τέλος κάθε διαδικασίας ως σταθεροί και άκαμπτοι φυσικοί νόμοι που ορίζουν την εμφάνιση, την εξέλιξη και τη διαφοροποίηση της ζωής στον πλανήτη σε τομείς, κλάδους, είδη και ‘οικογένειες’.

Από έναν τέτοιο κλάδο προήλθε σταδιακά ο άνθρωπος και όπως είναι φυσικό κανένας δεν θα μπορούσε να αποδώσει έναν σκοπό στην ύπαρξη και ένα νόημα στη ζωή των ανθρωπίδων, εκτός από το νόημα που θα μπορούσε να δώσει η ίδια η ζωή στον εαυτό της, ως ύπαρξη σε διαρκή μετάβαση από το μη-έλλογον ζώον στο έλλογον μη-ζώον. Αυτό, όμως, σημαίνει ότι σκοπός και νόημα πηγάζουν από την κάθε φορά συγκεκριμένη πραγματικότητα και συνεπώς αλλάζουν και εξελίσσονται μαζί της. Αν βέβαια η ίδια η ζωή γενικά και σε όλες τις μορφές της δεν έκανε με αυτό που αποκλήθηκε ‘ένστικτο της αυτοσυντήρησης’, ή «νικηφόρα επαφή με το περιβάλλον»[3], εκατομμυριόχρονες, σκληρές, επίμονες και επίπονες προσπάθειες, προκειμένου να επιβιώσει, να εξελιχθεί και να διαιωνίσει την ύπαρξή της, γεγονός που μαρτυράει ότι κάθε μορφή ζωής έχει έναν σκοπό που δίνει νόημα στην ύπαρξή της, κι αυτό δεν  είναι παρά η χαρά της επιβίωσης μέσω της προσαρμογής και της εξέλιξης. Όσα άτομα ή και είδη μορφών ζωής δεν κατανόησαν την επιβίωσή τους ως νόημα και στόχο της ύπαρξής τους, χάθηκαν επειδή ακριβώς δεν ‘είχε νόημα η ζωή τους’. Η έλλειψη νοήματος της ζωής και της ύπαρξης συνδέεται συνήθως με την έλλειψη αγάπης προς τον εαυτό μας, προς τον συνάνθρωπό μας, προς όλες τις μορφές ζωής με τις οποίες η δική μας ύπαρξη και ζωή βρίσκεται σε θετική αλληλοσυσχέτιση με τη δική τους ύπαρξη και ζωή.

Το γεγονός μάλιστα ότι η αλληλοσυσχέτιση της ύπαρξης της μιας μορφής ζωής με την ύπαρξη πολλών, αν όχι όλων, από τις άλλες μορφές ζωής διευρύνει το νόημα της ύπαρξης της κάθε μιας ξεχωριστά και όλων των μορφών ζωής μαζί, που σημαίνει ότι όλες οι μορφές ζωής υπάρχουν για την κάθε μια ξεχωριστά και για όλες τις υπόλοιπες. Αυτή η πραγματικότητα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το νόημα κάθε μορφής ζωής, και προφανώς μιλάμε ακόμα και για μορφές ζωής που δεν έχουν συνείδηση της ύπαρξής τους, διευρύνεται πέρα από την χαρά της ύπαρξης, στην ευτυχία της ισορροπίας της συνύπαρξης, της προσφοράς της μιας προς τις άλλες και της συμπληρωματικότητας μεταξύ τους. Μιλάμε τελικά για την ‘ηθική της υπόληψης του ανθρώπου έναντι όλων των άλλων μορφών της ζωής που αναπτύσσονται στην (μοναδική κοινή) πατρίδα-Γη, ως παραδοχή της κοινής μοίρας που έχουμε με τα άλλα  ανθρώπινα αλλά και μη ανθρώπινα όντα και ως αναγνώριση της αξιοπρέπειας ενός προσώπου ή ενός ζώου, θέση και στάση που μπορεί να περιορίσει, ακόμα και να εξαφανίσει το φάσμα της αποανθρωποποίησης που πλανάται πάνω από τις ζωές μας’[4].

Η προσέγγιση του νοήματος της ανθρώπινης ζωής φαντάζει προφανώς ευκολότερη, κι αυτό επειδή οι άνθρωποι είναι έλλογα όντα που έχουν συνείδηση της ύπαρξής τους επειδή μπορούν να σκέπτονται, να εκφράζονται, να επιθυμούν, να θέλουν και να προσπαθούν με οράματα και αγώνες να δώσουν ένα επιπλέον νόημα στη ζωή τους κάνοντάς την όλο και καλύτερη και καθολικά ευτυχισμένη, μέχρι την κοινωνική ισότητα από το τοπικό μέχρι το οικουμενικό επίπεδο. Αυτή η διαφοροποίηση των ανθρώπων, από τα  μη-έλλογα όντα, και η σταδιακή εξέλιξή τους διαφοροποιεί προφανώς και τα επίπεδα στόχων της εξελισσόμενης ζωής τους που αντιστοιχούν σε διαφοροποιημένα, ανάλογα με τον βαθμό της συνείδησης και της ποιότητας της ζωής,   επίπεδα νοήματος ζωής. Όλα αυτά από μόνα τους περιγράφουν με σαφήνεια το νόημα της ζωής των ανθρώπων και απαντούν τόσο οντολογικά όσο και δεοντολογικά στα, τουλάχιστον περίεργα, ερωτήματα, όπως «προς τί ο άνθρωπος;», ή «το ανόητο της ενθάδε ύπαρξης»,που σκοπίμως όσο και ανοήτως τίθενται και παραπέμπουν σε εξουσιαστικές, εκμεταλλευτικές και μηδενιστικές ιδεολογίες και σε σκοταδιστικές και θανατόφιλες θρησκευτικές σωτηριολογικές αντιλήψεις περί ματαιότητας της πραγματικής γήινης ζωής σε αντίθεση με την καλοστημένη απάτη περί της υποτιθέμενης ‘αθανασίας δια της υποτιθέμενης μεταθανάτιας ζωής’.

Η αντίληψη που θέλει το νόημα της ύπαρξης και της ζωής να έρχεται απ’ έξω, οδηγεί στην αυτοάρνηση της Εαυτότητας και της ίδιας της ζωής προς χάρη της, δια της στέρησης και του θανάτου, αφοσίωσης σε κατασκευασμένα, από σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία, φετίχ της εκάστοτε εξουσίας[5] μη-όντα, όπως ‘θεούς’, μεσσίες, προφήτες και λοιπά σκιάχτρα, αποτελεί δόλο και έγκλημα που μόνο κατατρομαγμένες υπάρξεις, νοσηρούς και αδαείς κρετίνους μπορεί να φοβίσει και τελικά να πείσει. Μάλιστα η ιδέα ότι ο υποτιθέμενος ‘θεός δημιουργός μας’, μας άφησε έρμαια στα χέρια αγυρτών, απατεώνων, εκμεταλλευτών, αποικιοκρατών, ιμπεριαλιστών και μακελάρηδων για να δοκιμάσει την πίστη μας σ’ αυτόν, η οποία κατά τον υποτιθέμενο ‘Απόστολο των Εθνών’[6], ταυτίζεται στην ουσία με την υποταγή μας στο σύστημα της ανισότητας, της αδικίας, της πείνας, της ανηθικότητας, του πολέμου και του εξανδραποντισμού, δεν αποκαλύπτει μόνο την πανουργία των θεοκατασκευαστών, αλλά και την αντιφατικότητα, την ποταπότητα και την ανυπαρξία των υποτιθέμενων ‘παντοδύναμων και πανάγαθων’ κατασκευασμάτων που ως παρένθετοι σαδιστές ηδονίζονται βασανίζοντας τα υποτιθέμενα ‘δημιουργήματά τους’ με κατάληξη τη μεγιστοποίηση του πλούτου των λίγων σε βάρος των πολλών.

Σε επίπεδο διαχρονικής εξουσιαστικής ελίτ, κάποιοι που γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι ο θρησκευτικός μύθος περί αθανασίας τάχα της ψυχής και αιώνιας μεταθανάτιας ζωής, ήταν μια παγίδα για τους αμαθείς και φτωχούς, στράφηκαν προς την επίτευξη της αθανασίας μέσω της αλχημείας, της αποκρυφιστικής ψευδοεπιστημονικής τεχνουργίας και πρακτικής δια της οποίας επεδίωκαν την ανακάλυψη της ‘φιλοσοφικής λίθου’, μιας μυθικής ουσίας, μέσω της οποίας θεωρούσαν ότι θα πετύχαιναν, αφενός, την μετατροπή των μη πολύτιμων μετάλλων σε χρυσό και την παρασκευή του ελιξίριου της ζωής που θα εξασφάλιζε την αθανασία, αφετέρου. Πρόκειται προφανώς για πνευματική σύγχυση που καταλήγει σε παράνοια, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα ως διαδικασία παρασκευής ‘φαρμάκων’ ή ακόμα και ως ‘μετανθρωπιστική αναβάθμιση’ του υποτιθέμενου ‘ατελούς ανθρώπου’ δια της ψηφιοποίησης και της ‘τεχνητής νοημοσύνης’,  που θα εξασφάλιζαν τάχα την ‘αθανασία’, την οποία κάποιοι θολωμένοι, νευρωτικοί και ξεστρατισμένοι επιστήμονες την θεωρούν ακόμα και σήμερα ως μοναδικό σκοπό της ζωής τους, ή μήπως της ζωής των άλλων, ερήμην των άλλων;

Μια αποκρυπτογράφηση αυτής της αντίληψης αποκαλύπτει ότι κάποιοι ελάχιστοι ονειρεύονται, εξασφαλίζοντας προνομιακά την ‘αθανασία τους’ να γίνουν οι αιώνιοι ιδιοκτήτες του κόσμου, περιορίζοντας τις γεννήσεις και διευκολύνοντας, με πολέμους και πανδημίες, τον θάνατο των ‘πλεοναζόντων’, με σκοπό να μετατρέψουν τον πλανήτη Γη σε ιδιωτικό τους παράδεισο, πράγμα που ξεπερνά την έννοια της χίμαιρας και εγγίζει τα όρια του σχιζοφρενικού εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.

Να σημειωθεί ότι για εκατομμύρια χρόνια, από τότε που κάποια ζώα φιλοδόξησαν να αναμετρηθούν με τις ατομικές και ομαδικές αδυναμίες τους, που εμπόδιζαν την επιβίωσή τους και να μετεξελιχθούν σε συλλογικούς δημιουργούς της ζωής τους, το νόημα της ζωής τους αναβαθμίστηκε από το επίπεδο της επισφαλούς ‘χαράς της απλής επιβίωσης’ σε κάποιο ανώτερο επίπεδο ασφαλούς διαβίωσης και ευτυχίας. Πράγμα που έγινε κατορθωτό χάρη στην συνεχώς διευρυνώμενη συνεργασία και στις εμπειρίες της, στην λειτουργική βελτίωση των άκρων με την όρθια στάση και την απόκτηση χρήσιμων δεξιοτήτων, στην εξέλιξη του εγκεφάλου, της γλώσσας και της επικοινωνίας, στην αλληλεγγύη και στην αμεσοδημοκρατικά αναλογική ισοκατανομή της προσφοράς με βάση τις δυνατότητες και των απολαβών με βάση τις ανάγκες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες της κοινής αμεσοδημοκρατικής προσπάθειας το νόημα της ανθρώπινης ζωής προσδιορίζονταν με όρους  κοινωνίας, με όρους Εμείς, ως ενιαίο Όλον και κοινωνικής ισότητας[7]«Ως ανθρώπινα όντα, έχουμε μια κοινή κληρονομιά σχετικά με το πώς ζούμε μεταξύ μας, η οποία έχει διαμορφωθεί από την φυσική επιλογή. Η κληρονομιά αυτή μας παρέχει έναν μηχανισμό για να εγκαταλείψουμε την αποκτηνωτική προοπτική που ευνοεί τη διαφορά. Είμαστε ίδιοι με τους συνανθρώπους μας κατά πολλούς θεμελιώδεις τρόπους. […]  Όλοι οι άνθρωποι βρίσκουν νόημα στον κόσμο, αγαπούν την οικογένειά τους, απολαμβάνουν την παρέα των φίλων τους, μαθαίνουν ο ένας από τον άλλον αξιόλογα πράγματα και συνεργάζονται. Κατά την άποψή μου η αναγνώριση αυτής της κοινής ανθρωποσύνης καθιστά δυνατό για όλους μας να διάγουμε μια πιο όμορφη και ενάρετη ζωή» [8].

Τα γενικά και αφηρημένα ερωτήματα και τα σχετικά προβλήματα αναφορικά με το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης και ζωής δεν καταγράφηκαν  και δεν απασχόλησαν τις αρχέγονες κοινωνίας της ισοκατανομής, αλλά και δεν υπάρχουν στις σύγχρονες πρωτόγονες κοινωνίες που δεν έχουν σχέση με τον ‘λεγόμενο πολιτισμένο κόσμο’. Θεωρητικά και πρακτικά  αρχίζουν να εμφανίζονται ταυτόχρονα με την εμφάνιση της de facto αρχικά και στη συνέχεια της de jure ατομικής ιδιοκτησίας[9] πάνω σε τμήματα της κοινοτικής γης και σε ανθρώπους, γεγονός που ιστορικά συμπίπτει με την εμφάνιση της οργανωμένης κρατικής εξουσίας και των οργανωμένων θρησκειών[10].

Όλες ανεξαίρετα οι θρησκείες, οι ιδεολογίες, οι ιδεαλιστικές φιλοσοφίες και οι εξουσίες καλλιεργούν την τυφλή πίστη, την υποταγή και την δουλοφροσύνη και προσπαθούν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο να μας πείσουν ότι η ζωή μας αποκτά νόημα με το να τις υπηρετούμε[11] ως αρνητές του εαυτού μας και ως μαζοχιστικά όντα που ‘λατρεύουν’ άδικους, παράλογους, σκληρούς και τιμωρούς θεούς, αλλά και τους βασανιστές και εκμεταλλευτές συνανθρώπους τους που ως ατομικοί ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής  λεηλατούν τις ζωές τους. [12]. Το αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης περί τάχα ανύπαρκτου νοήματος της ζωής, ήταν και παραμένει η ζωή μας να μην μας ανήκει, κι εμείς τυφλά ενεργούμενα, αιχμάλωτοι μιας κακόβουλης ψευδαίσθησης και άβουλοι να καταλήγουμε να ανήκουμε σε κάποιον απατεώνα, αγύρτη πολιτικό ή θρησκευτικό ‘ποιμένα’, βιώνοντας, ως σκιές του εαυτού μας, μια ζωή χωρίς νόημα, την απόλυτη αλλοτρίωσή μας. Μια προσεκτική παρατήρηση, είναι βέβαιο ότι, θα μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι κάθε είδους αυτόκλητος επαγγελματίας νοηματοδότης της ζωής των άλλων κινείται από δόλο για να αποσπάσει από τα θύματά του οφέλη για τον εαυτό του και η ιστορία διδάσκει ότι πίσω από όλους αυτούς βρίσκεται η μοναδική αιτία που μετακινεί πλούτο από τους πολλούς προς τους λίγους με κατάληξη την δημιουργία ακραίων ανισοτήτων κι’ αυτή η αιτία είναι η ακόρεστη ατομική ιδιοκτησία, η οποία, ως γκλαμουριά και ψευδαίσθηση, δύναμη και εξουσία, έχει καταφέρει να εμφανίζεται και ως ‘νόημα ζωής’ πολλών συνανθρώπων μας.

Πολλοί, συνήθως, επαγγελματίες των θρησκειών, θεολόγοι και θεολογούντες, παπαδαριά και καλογέροι, υποστηρίζουν ότι τάχα ‘ο άνθρωπος χρειάζεται την θρησκευτική πίστη, ως παρηγοριά και αποκούμπι απέναντι στις δυσκολίες της ζωής και τις αδικίες της κοινωνίας’. Πρόκειται φυσικά για την μεγαλύτερη απάτη, γιατί αν το κεφάλι των πιστών δεν το είχαν γεμίσει τα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία με άχρηστες γνώσεις, πνευματικά σκουπίδια  και ναρκο-ιδέες που τους καθιστούν εθελόδουλα ‘ποίμνια’, θα γέμιζε μέσω των δικών τους βιωμάτων, εμπειριών και επεξεργασιών με επιστημονικά έγκυρες και κοινωνικά χρήσιμες γνώσεις. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα κατέληγαν στην μοιρολατρία, αλλά θα γνώριζαν πώς ‘οι δυσκολίες της ζωής και οι αδικίες της κοινωνίας’ δεν λύνονται με τις προσευχές στα κακότεχνα φετίχ της εξουσίας, τους λεγόμενους θεούς, αλλά με τον αυτοσεβασμό, την αυτοπεποίθηση, την συνεργασία, την αλληλεγγύη και με τους κοινωνικούς αγώνες για την κατάκτηση της κοινωνικής ισότητας και του αταξικού ουμανισμού[13]. Οπότε σε συνθήκες κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης και άμεσης δημοκρατίας δεν χρειάζονται προσευχές και μετάνοιες, κομποσκοίνια, λιβανίσματα, ‘στεναγμοί’, υποκριτικές παρηγοριές και εξουσιαστικά αποκούμπια για καταπιεσμένους, γιατί απλούστατα δεν θα υπάρχουν καταπιεσμένοι, αφού θα είχε καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία και το κεφάλαιο που γεννούν και θρέφουν υποκριτές, λαϊκιστές, καταπιεστές, ρατσιστές, ιμπεριαλιστές και φασίστες.

Στα πλαίσια της άθλιας και τόσο θολής πραγματικότητας, όπως αυτή που χαρακτηρίζει την σημερινή καπιταλιστική πραγματικότητα, προκύπτουν συχνά ακραίες καταστάσεις που αποκαλύπτουν την σχετικότητα και την ανεδαφικότητα τέτοιων ψευδονοημάτων ζωής και αναδείχνουν ότι το πρώτιστο και σημαντικότερο νόημα ζωής είναι η επιβίωση, η διασφάλιση της οποίας όμως χρειάζεται μεγάλα αποθέματα δύναμης[14], που στους εθισμένους στα υποκατάστατα νοημάτων ζωής έχουν εξαντληθεί με αποτέλεσμα να μην καταφέρνουν να επιβιώσουν. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική γιατί η αποφασιστική πλειονότητα των ανθρώπων δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα σχετικά με το νόημα της ζωής τους, όπως αποδείχνει ο διαχρονικός, επίμονος, επίπονος και ασυμβίβαστος αγώνας τους για κοινωνική ισότητα, για έναν κάθε φορά καλύτερο κόσμο, αλλά με την ζωή την ίδια σε καπιταλιστικές συνθήκες. Όλα ανεξαίρετα τα ανθρώπινα όντα είμαστε, μέσα από την διαδικασία φυσικής επιλογής, αναγκασμένα, και με αυτήν την έννοια κατά κάποιον τρόπο προγραμματισμένα, να συγκροτούμε κοινωνίες, να συνεργαζόμαστε, να συμβιώνουμε ειρηνικά και να είμαστε αλληλέγγυοι για να επιβιώνουμε και για να ζούμε ευτυχισμένοι, διαφορετικά δεν θα επιβιώναμε ως είδος και αν σπάσουμε σε μόνιμη βάση αυτόν τον κώδικα ειρηνικής συνύπαρξης και συμβίωσης θέτουμε αυτόματα σε κίνδυνο όχι μόνο την ευτυχία μας ως άτομα και ως κοινωνίες, αλλά και την ίδια την οντολογική επιβίωσή μας ως είδος.

Αυτός ο αγώνας για την κοινωνική ισότητα και την οικουμενική ειρήνευση έρχεται ως απάντηση στο τάχα αιώνιο ερώτημα αναφορικά με ‘το νόημα της ζωής’, αλλά και ως κατάθεση ότι το νόημα της ανθρώπινης ζωής δεν είναι να λατρεύει και να υπηρετεί ‘θεία σκιάχτρα’, απάνθρωπες και καταστροφικές ιδεολογίες και εξουσίες, ούτε βέβαια να παράγει άναρχα, σπάταλα και άσκοπα για να καταναλώνει βουλιμικά ως ‘οικόσιτο ζώο’, να σκοτώνεται και να σκοτώνει, πράγμα που σημαίνει ότι δεν στερούμαστε νοήματος ζωής, αλλά εκείνο που στερούμαστε είναι η ζωή μας η ίδια. Κι αυτό επειδή επειδή το κεφάλαιο και η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής λεηλατούν τις ζωές μας, πράγμα που μεθοδικά και σκόπιμα μας αναγκάζει να αγωνιζόμαστε συνέχεια για την ύπαρξή μας, για να πάρουμε πίσω τις ζωές που μας στερούν, για την απλή επιβίωσή μας, αντί να εργαζόμαστε για μια καλύτερη, άνετη, δημιουργική, ειρηνική και ευτυχισμένη ζωή. «Η επιστημονική ανθρωπολογία αρχίζει τώρα να διατυπώνει τις πρώτες απαντήσεις στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο άνθρωπος είναι μια ανοικτή οντότητα, μια προσωπικότητα και το σύνολο των σχέσεων του διαμορφώθηκε στην φύση, στην ιστορία, στην εξέλιξη των κοινωνιών και των πολιτισμών. Προχωράει μέσα σε έναν ανθρώπινο κόσμο, προς μια απελευθερωτική τεχνολογία, προς την δημιουργία και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου στον χρόνο. Από που ήρθαμε; Ποιοι είμαστε και που πηγαίνουμε; Ήρθαμε από την ιστορία, είμαστε άνθρωποι και πηγαίνουμε να συναντήσουμε τους εαυτούς μας. Αυτά είναι τα προλεγόμενα της επιστημονικής ανθρωπολογίας στον σοσιαλιστικό ουμανισμό, στην φιλοσοφία του ανθρώπου, στην φιλοσοφία της ελευθερίας του ανθρώπου. […] Η ουσία του ουμανισμού δεν είναι η αύξηση του υλικού πλούτου. Είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου και η απελευθέρωσή του»[15]Να μια ακόμα ωραία και κατανοητή απάντηση για τον λόγο της ύπαρξης και για το νόημα της ζωής. Νόημα της ύπαρξης και της ζωής, τελικά, είναι η ίδια η ύπαρξη και η ζωή ως προοπτική και ο αγώνας για μια καλύτερη προοπτική της ύπαρξης και της ζωής.

Για την ματαιότητα, δεν χρειάζεται μετά από όσα προηγήθηκαν να πει κανείς πολλά, γιατί τα είπε όλα ο Max Stirner με το ένα εξαίρετο και μοναδικό βιβλίο του ‘Ο Μοναδικός και η ιδιοκτησία του’: «Η ηθικότητα είναι ασυμβίβαστη με τον εγωισμό, επειδή η πρώτη δεν δίνει εγκυρότητα σ’ εμένα, αλλά στον άνθρωπο μέσα σ’ εμένα. Όμως αν το κράτος είναι μια κοινωνία ανθρώπων, κι’ όχι μια ένωση από Εγώ, από τα οποία το καθένα βλέπει μόνο τον εαυτό του, τότε το κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ηθικότητα και πρέπει να επιμένει σ’ αυτήν. Συνεπώς εμείς οι δυο, το κράτος κι’ εγώ, είμαστε εχθροί. Εγώ ο εγωιστής δεν έχω στην καρδιά μου την ευημερία αυτής της ‘ανθρώπινης κοινωνίας’. Δεν θυσιάζω τίποτα σ’ αυτήν, μόνο την χρησιμοποιώ. Για να μπορώ όμως να την χρησιμοποιώ πλήρως την μετατρέπω σε ιδιοκτησία μου και δημιούργημά μου, δηλαδή την εκμηδενίζω και σχηματίζω στην θέση της την ένωση των εγωιστών»[16]. Αν τώρα αυτή περιγραφή της ματαιότητας που έρχεται από το μακρινό 1844 μοιάζει τόσο επίκαιρη, αυτό προφανώς δεν οφείλεται στο Στίρνερ, αλλά στο γεγονός ότι και τότε και τώρα ‘οι μοναδικοί και εξ’ ορισμού κλέφτες με την ιδιοκτησία τους[17]’, ως ένωση καπιταλιστών, χρησιμοποιούν πλήρως και αποκλειστικά για τον εαυτό τους την ανθρώπινη κοινωνία, επιβάλλοντάς της την απάνθρωπη και ανήθικη ανισότητα.

Προεκτείνοντας τον συλλογισμό του Στίρνερ θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι όσοι διερωτώνται για τον λόγο της ύπαρξης και για το νόημα της ζωής, είναι άνθρωποι που επέτρεψαν στους θεσμούς και στις δομές του κεφαλαίου να τους αναγκάσουν να ζουν μάλλον στο θλιβερό περιθώριο της κοινωνίας και της ιστορίας, κρυμμένοι και αόρατοι σε κάποια βολική σκοτεινή γωνιά και ξεμοναχιασμένοι με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα επιβιώσουν. «Όπου, όμως, οι άνθρωποι ζουν μόνοι, εργάζονται μόνο εκεί που υπάρχουν άδεια βράδια, άδεια σαββατοκύριακα, γιορτές που μοιάζουν καθημερινές, με μεγάλα κενά αδράνειας και σχέσεων, ατεκνίας, απουσία προοπτικής , πέρασμα του χρόνου δίχως σχέδιο, εκεί όπου οι μήνες  και τα χρόνια περνάνε δίχως δράση, αποστολή και πρόθεση, όπου οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν προς τα που πηγαίνουν και τι τους περιμένει, εκεί μεγαλώνουν οι ζώνες της αχρονίας»[18]Όσοι όμως δεν αγωνίστηκαν και δεν αγωνίζονται ως Εγώ εντός κάποιου Εμείς για την καταξίωση της ζωής, όσοι, δηλαδή, δεν έχουν ιστορία, συνεπώς ούτε και όραμα για έναν καλύτερο κόσμο, φέρονται σαν να είναι η ζωή τιμωρία και η ανθρωπότητα ‘αρρώστια του πλανήτη’, που σημαίνει ότι γι’ αυτούς ύπαρξη και ζωή στερούνται νοήματος. Αντίθετα όσοι ‘έχουν ιστορία’ και όραμα  για έναν κόσμο της κοινωνικής ισότητας αγωνίζονται για να κάνουν, στα πλαίσια του Εμείς, τη ζωή τους καλύτερη, σε συνθήκες κοινωνικής ισότητας και ευγνωμονούν το ότι υπάρχουν και δίνουν νόημα και περιεχόμενο στην ζωή τους.

Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο οι λαοί που αγωνίστηκαν για την ήττα του ναζισμού περίμεναν ότι οι νικήτριες δυνάμεις θα διόρθωναν την παλιά αστική δημοκρατία με μια πιο σύγχρονη, πιο δίκαιη και πιο κοντά στην κοινωνική ισότητα δημοκρατία. Γελάστηκαν, γιατί οι νικητές ‘σύμμαχοι’ κατά του φασιστικού ιμπεριαλιστικού πολέμου, που μοιράστηκαν τον κόσμο, με μια ιμπεριαλιστική ειρήνη ερήμην και κατά των λαών, σχεδιάζοντας πάνω σε μια χαρτοπετσέτα, όπως οι κουρσάροι και οι ληστές μοιράζονται τη λεία τους, ξανάδωσαν ζωή στο κεφάλαιο αναθέτοντάς του την ανόρθωση των καταστραμμένων οικονομιών  και χωρών, προσφέροντας στους εργαζόμενους δουλεία, πολλή και σκληρή δουλειά, γιατί χωρίς αυτήν δεν παράγονται κέρδη.    Κάτω από αυτές τις συνθήκες έγιναν κυρίαρχο κοινωνικό πρότυπο η φυγή από το χωράφι που παράγει τροφή, γιατί τα καινούργια μεγάλα εργοστάσια χρειάζονταν πολλούς και ανειδίκευτους εργάτες με αποτέλεσμα  μια δύσμορφη, στρεβλή, αντικοινωνική και αναποτελεσματική οικονομία και μια τραγελαφική κοινωνία ξεριζωμένων και εξαθλιωμένων ανθρώπων, σκιές του εαυτού τους.  Κι’ επειδή τα εργοστάσια και το εμπόριο χρειάζονταν τώρα, πέρα από ανειδίκευτους εργάτες και πολλά ειδικευμένα στελέχη, οι σπουδές μετακινήθηκαν από τα αστικά σαλόνια προς τα λαϊκά στρώματα και από διαδικασία παιδείας περιορίστηκαν σε επαγγελματική εκπαίδευση, σε ευκαιρία για ‘μια καλύτερη ζωή’, αλλά όπως αποδείχτηκε μόνο για λίγους. Αποτέλεσμα αυτής της τσαπατσουλιάς ήταν το ‘ακαδημαϊκό προλεταριάτο’, το οποίο η παραδοσιακή αριστερά το είδε ως ευκαιρία και όχι ως απειλή, με αποτέλεσμα την πολυδιάσπαση του ενιαίου λαϊκού κινήματος κατά του καπιταλισμού σε πολλά επιμέρους ανταγωνιστικά μέχρι και εχθρικά μεταξύ τους κινήματα σφραγίδες κομματικές και κρατικές, βολικές για το κεφάλαιο και ανασχετικές για τους κοινωνικούς αγώνες για την υπέρβαση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.  Το καινούργιο κοινωνικό μοντέλο απαιτούσε: ‘Να αποκτήσεις πτυχία για να μπορείς να πουλήσεις ακριβά το τομάρι σου’ ως στέλεχος σε κάποιο εργοστάσιο, σε κάποια εταιρεία ή στο ‘δημόσιο’, να βολευτείς με έναν ‘καλό γάμο’ που ‘θα σε περάσει απέναντι’ κι’ έτσι να βρεις το νόημα της ζωής στον γενιτσαρισμό, στη λήθη του ξεριζωμού, στη δουλοφροσύνη, στον καθωσπρεπισμό και στην προκλητική κατανάλωση. Όλα αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα δημιούργησαν τους όρους ανάπτυξης του εργατοπατερισμού, του αγροτοπατερισμού, του πολιτικαντισμού και του ‘πάση θυσία’ καριερισμού, που αλλοίωσαν το νόημα της ζωής  της ‘κοινωνικής αφρόκρεμας’, με αντάλλαγμα τα ‘τριάντα αργύρια’ της προδοσίας της κοινωνικής αποστολής τους.

Κι αυτό θα συμβαίνει μέχρι το νόημα της ύπαρξης της ανθρώπινης κοινωνίας και της ανθρωπότητας συνολικά να καταστεί αταξική ουμανιστική επαναστατική ιδέα, όραμα και αγώνας[19] που θα εκτοπίσει την καπιταλιστική ματαιότητα, για να μπορέσει η ανθρώπινη ζωή να ολοκληρωθεί, ως ιστορική κοινωνικότητα και άδολη, διαχρονική ατομική, συλλογική, πανανθρώπινη και οικουμενική αγάπη της ανθρώπινης ύπαρξης προς την ύπαρξη την ίδια ως Όλον, σε αμεσοδημοκρατικές κοινωνίες, κυψέλες νοήματος για μια ζωή χωρίς ματαιοδοξία και ψευδαισθήσεις.

Πέραν όλων τούτων υπάρχει και το γεγονός ότι, ο άνθρωπος ως οργανικός κόσμος, όπως και ο ανόργανος, αποτελείται από τα ίδια φυσικά στοιχεία από τα οποία αποτελείται και τον Σύμπαν, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είμαστε δημιούργημα κάποιου δόλιου μη-όντος-‘δημιουργού’, αλλά αστρόσκονη[20] οργανωμένη σε πολυσύνθετες υλοενεργειακές συνθέσεις και φυσικοχημικές ενώσεις, βασανιστικά εξελιγμένες σε έλλογες μορφές με συνείδηση όχι απλά της ύπαρξής τους, αλλά ως ανώτερη μορφή έκφρασης, ως οικουμενικός ουμανιστικός Λόγος και ως Συνείδηση του ίδιου του αναρχοατελεύτητου και μεγαλοπρεπούς Σύμπαντος. Αυτό και μόνο  το γεγονός  τόσο ως πραγματικότητα, ιστορία και πολιτισμός καθιστά περιττή κάθε συζήτηση περί έλλειψης τάχα και αναζήτησης νοήματος της ζωής και της ύπαρξης. Και μόνο το γεγονός της συμπαντικής μας ουσίας  και ταυτότητας δικαιολογεί την περιφρόνησή μας, για να μην πω και τον χλευασμό, κάθε συνειδητής και σκόπιμης απόπειρας των δυνάμεων της καπιταλιστικής βαρβαρότητας να αποπροσανατολίσουν με τέτοιες και τόσες σαθρές ανοησίες περί έλλειψης σκοπιμότητας και νοήματος της ύπαρξης και της ζωής, τις δυνάμεις της εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού από την διαχρονική στρατηγική τους για την οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου[21], που στις μέρες μας,  στον 21ο αιώνα, είναι, χάρη στους διαχρονικούς αγώνες τόσων γενεών, αναγκαία, εφικτή και αναπόφευκτη. 

_________________________________

ΠΗΓΗ:https://www.blogger.com/blog/post/edit/5909381204985884097/3100246639738421129,


[1] Dionys Mascolo, (1916-1997). Iταλογάλλος αντιστασιακός, πολιτικός ακτιβιστής και δοκιμιογράφος.

[2] Ο Zygmunt Bauman, (1925-2017), ήταν Πολωνός κοινωνιολόγος.

[3] Άντλερ Άλφρεντ, Το νόημα της ζωής, ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Αθήνα 1974, σελ. 85.

[4] Για μια σε βάθος προσέγγιση του θέματος βλέπε: Pelluchon Corine, Ηθική της Υπόληψης, ΠΟΛΙΣ, Αθήνα 2019.

[5] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015.

[6] «Κάθε άνθρωπος, ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας εξουσίας της πολιτείας, τους άρχοντας δηλαδή, που είναι φορείς αυτής της εξουσίας, (εφ’ όσον αι εντολαί των δεν αντίκεινται στο θέλημα του Θεού) διότι δεν υπάρχει εξουσία μέσα εις την κοινωνίαν, που να μη απορρέη από τον Θεόν,·οι άρχοντες, που ασκούν σήμερον τας εξουσίας, έχουν ταχθή από τον Θεόν (έστω και κατ’ ανοχήν). Ώστε εκείνος που αντιτάσσεται εις την εξουσίαν, αντιτίθεται εις την διαταγήν του Θεού δι’ αυτό δε και όσοι αντιτάσσονται θα επισύρουν επάνω τους την τιμωρίαν, που τους πρέπει. Διότι οι άρχοντες (εφ’ όσον διατάσσουν το ορθόν) δεν εμπνέουν φόβον διά τα καλά έργα, που υποβοηθούν την ζωήν και την πρόοδον της κοινωνίας, αλλά διά τα κακά έργα και τους κακούς, θέλει δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν των αρχόντων; Πράττε το αγαθόν και θα έχης έπαινον από αυτούς. Διότι ο άρχων είναι υπηρέτης του Θεού διά το αγαθόν, το ιδικόν σου και των άλλων. Εάν όμως πράττης το κακόν, τότε να φοβήσαι, διότι δεν φέρει ματαίως και ανωφελώς ο άρχων την μάχαιραν, το δικαίωμα δηλαδή να δικάζη και να τιμωρή. Την φέρει δια να επιβάλλη τιμωρίας, και τας πλέον αυστηράς ακόμη, διότι είναι υπηρέτης Θεού, εκδικητής υπέρ του αγαθού και εναντίον του κακού, διά να επιβάλλη την πρέπουσαν τιμωρίαν στους κακοποιούς και παραβάτας. Δι’ αυτό είναι ανάγκη να υποτάσσεσθε, όχι μόνον διά τον φόβον της τιμωρίας, αλλά και από σεβασμόν προς την συνείδησίν σας, η οποία επιβάλλει, όπως και ο Θεός διατάσσει, αυτήν την υποταγήν. Δι’ αυτό άλλωστε και καταβάλλετε φόρους στους άρχοντας, διότι αυτοί είναι υπηρέται του Θεού, που αφήκαν κάθε άλλο ατομικόν των έργον, διά να ασχολούνται και επαγρυπνούν συνεχώς εις την εκπλήρωσιν του καθήκοντός των. Λοιπόν να αποδίδετε εις όλους αυτούς, που κατέχουν εξουσίας, τας οφειλάς σας· εις εκείνον που εισπράττει τον φόρον, αποδώσατε τον φόρον· εις εκείνον που έχει καθήκον να εισπράττη τον τελωνειακόν δασμόν, αποδώσατε αυτόν τον δασμό, εις εκείνον που του ανήκει ο σεβασμός, όπως είναι τα δικαστικά και εκτελεστικά όργανα της Πολιτείας, αποδώσατε τον σεβασμόν· εις εκείνον που κατέχει ανώτερα αξιώματα και του πρέπει ιδιαιτέρα τιμή, αποδώσατε αυτήν την τιμήν» (Παύλος,Προς Ρωμαίους Επιστολή, 13.1-7).

«Παρακαλώ λοιπόν πρώτον πάντων να κάμνητε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, υπέρ βασιλέων και πάντων των όντων εν αξιώμασι διά να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι» (Παύλος, προς Τιμόθεο 2.1).

«Όσοι είναι υπό ζυγόν δουλείας, ας νομίζουσι τους κυρίους αυτών άξιους πάσης τιμής, διά να μη δυσφημήται το όνομα του Θεού και η διδασκαλία. Οι δε έχοντες πιστούς κυρίους, ας μη καταφρονούσι αυτούς, διότι είναι αδελφοί, αλλά προθυμότερον ας δουλεύωσι» (Παύλος, προς Τιμόθεο, 6.1).

[7] Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον ουμανισμό. ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.

[8] Χρηστάκης Νικόλαος, Προσχέδιο. Οι εξελικτικές ρίζες μιας καλής κοινωνίας, ΚΑΤΟΠΤΡΟ, Αθήνα 2019, σελ. 23.

[9] Λάμπος Κώστας,  Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.

[10] Βλέπε σχετικά: Morgan Lewis Henry, Η αρχαία κοινωνία, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ. καθώς επίσης και Morgan J., (Jacques de), Η πρωτόγονη κοινωνία. Μελέτη πάνω στη γενική προϊστορία της ανθρωπότητας, Αναγνωστίδης, χ.χ. Καθώς επίσης και Ένγκελς Φρίντριχ, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗ, Αθήνα 1979.

[11] «Χωρίς το ασκητικό ιδεώδες, ο άνθρωπος, το ζώο άνθρωπος,  δεν  είχε κανένα νόημα ως τώρα. Η ύπαρξή του πάνω στη γη δεν είχε κάποιο σκοπό, […] δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει τον εαυτό του, υπέφερε μπροστά στο πρόβλημα του νοήματός του. […]. Ο άνθρωπος δεν απαρνιέται τον πόνο καθ’ εαυτόν, τον θέλει, τον επιδιώκει, αρκεί να του δείξουν το νόημα, τον σκοπό του πόνου αυτού. Η έλλειψη νοήματος του πόνου και όχι ο πόνος ήταν η κατάρα που βάραινε ως τώρα την ανθρωπότητα και το ασκητικό ιδεώδες του έδωσε νόημα, […] ήταν από κάθε άποψη το κατ’ εξοχήν ‘ελλείψει καλυτέρου’», Νίτσε Φρίντριχ, Η γενεαλογία της ηθικής, ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 224-225.

[12] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Ο καπιταλισμός και το ‘Σύνδρομο της Στοκχόλμης’, https://classlessdemocracy.blogspot.com/2020/04/blog-post_19.html

[13] Λάμπος Κώστας, Κοινωνική αν/Ισότητα και αταξικός ουμανισμός. Δοκίμιο πολιτικής φιλοσοφίας της πράξης, υπό έκδοση.

[14] Βλέπε το ενδιαφέρον, και από προσωπική εμπειρία του συγγραφέα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του ναζισμού, βιβλίο του Βίκτωρα Φράνκελ, Το νόημα της ζωής, ΨΥΧΟΓΙΟΣ, Αθήνα 2018.

[15] Σβιτάκ Ιβάν, Οι πηγές του σοσιαλιστικού ουμανισμού, στο: Σοσιαλιστικός ουμανισμός, στο: Φρομ Έριχ, (Επιμέλεια), Σοσιαλιστικός ουμανισμός, ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗΣ, Αθήνα 1976, σελ. 47 και 48.

[16] Stirner Max, Ο μοναδικός και η ιδιοκτησία του, ΘΥΡΑΘΕΝ, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 194.

[17] Stirner Max, Ο μοναδικός και η ιδιοκτησία του…, σελ. 11.

[18] Hillenkamp Sven, Negative Moderne. Moderne Strukturen der Freiheit und der Sturz ins Nichts, Klett-Cotta Verlag, Stuttgart 2016, σελ. 11.

[19] Βλέπε αναλυτικά, Lampos Kostas, Social in/Equality and Classless Humanism. An Essay on the political Philosophy of Praxis, ONTIMEBOOKS, London, 2020.

[20] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Είμαστε αστρόσκονη ζωντανεμένη στο μεγάλο Εργαστήριο της γήινης Βιόσφαιρας, http://classlessdemocracy.blogspot.gr/2017/07/blog-post.html

[21]  Λάμπος Κώστας, Σκέψεις για μια οικονομία της ισότητας και της ελευθερίας, στο συλλογικό: Ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Να θεμελιώσουμε τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ 2020.

Καρλ Μαρξ, η επιστροφή – Γιατί συγκινεί ακόμη αντιπάλους και οπαδούς

Καρλ Μαρξ, η επιστροφή

Τριάντα και πλέον χρόνια μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, ο συγγραφέας του «Κεφαλαίου» επιστρέφει θεαματικά στην επικαιρότητα και τον μελετούν συστηματικά οπαδοί και αντίπαλοι

Καρλ Μαρξ, η επιστροφή – Γιατί συγκινεί ακόμη αντιπάλους και οπαδούς

Γράφει ο Αναστάσης Βιστωνίτης

Κανένα σύστημα δεν αποδείχθηκε τόσο επαναστατικό όσο ο καπιταλισμός. Δημιούργησε τη μεσαία τάξη, εξάλειψε τη φεουδαρχία σχεδόν στο σύνολό της, συσσώρευσε έναν θησαυρό από υλικά και πολιτισμικά αγαθά, «ανακάλυψε» και επέβαλε τα ανθρώπινα δικαιώματα, κατήργησε τη δουλεία, εξαφάνισε την αριστοκρατία και διέλυσε τις αυτοκρατορίες. Η μεσαία τάξη μάλιστα αγωνίστηκε για την ελευθερία και πολλά από τα μέλη της έδωσαν τη ζωή τους σε αυτόν τον αγώνα. Και έθεσαν τις βάσεις για έναν παγκόσμιο πολιτισμό.

Αυτά θα υπέθετε κανείς πως τα υποστήριξε κάποιος φιλελεύθερος. Για τον βρετανό μαρξιστή Τέρι Ινγκλετον, ωστόσο, προκύπτουν από το έργο του ορκισμένου εχθρού του καπιταλισμού Καρλ Μαρξ. Τηρουμένων των αναλογιών, ο Ινγκλετον είναι σαν να ανέλυε αυτό που είπε ο γάλλος φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού σε μία φράση: πως ο Καρλ Μαρξ είναι ο φιλόσοφος της μεσαίας τάξης.

μαρξ 

Τα παραπάνω δεν είναι εν τούτοις όσο αιρετικά ακούγονται. Έπρεπε να καταρρεύσουν η Σοβιετική Ενωση και τα ολοκληρωτικά καθεστώτα στην Κεντρική Ευρώπη για να επικεντρώσουν την προσοχή τους οι νεότεροι αναλυτές σε κάποιες ουσιαστικές παρατηρήσεις του έργου του Μαρξ, ξεκινώντας από το ερώτημα: τι θα έλεγε σήμερα αν ζούσε εκείνος ο παθιασμένος Γερμανός που το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στη Βρετανία;

Δεν είναι λίγοι όσοι ισχυρίζονται ότι θα προσάρμοζε κάποιες από τις ιδέες του, λ.χ. αυτή περί ατομικής ιδιοκτησίας, στα σημερινά δεδομένα. Ή ακόμη πως η επαναστατική ανάλυσή του επικεντρώνεται στον καπιταλισμό και όχι στον σοσιαλισμό.

Ξέραμε εδώ και μερικά χρόνια πως οι συστηματικότεροι και προσεκτικότεροι αναγνώστες του Κεφαλαίου (του μείζονος έργου του Μαρξ, που ο πρώτος τόμος του εκδόθηκε το 1867, όσο ζούσε ο συγγραφέας) είναι οι χρηματιστές της Γουόλ Στριτ. Κι ακόμη, πως η μελέτη του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναδιοργάνωση του κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο.

Εκείνος ο «αγριωπός» Γερμανός διείδε τη μελλοντική παγκόσμια κυριαρχία του κεφαλαίου σε μια εποχή που το κεφάλαιο ήταν κυρίαρχο μόνο στη Βρετανία και στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ. Και αυτό είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό αν σκεφτούμε πως η τάση για τη δημιουργία μονοπωλίων δεν ήταν γνώρισμα εκείνης της εποχής. Φίλοι και αντίπαλοι σήμερα (ακόμη και οι ακραιφνώς νεοφιλελεύθεροι) θεωρούν πως ο Μαρξ είναι πιο χρήσιμος στη δική μας εποχή απ’ ό,τι στον καιρό του.

Στις 13 Οκτωβρίου 1997, σε ένα ερεθιστικό κείμενό του στον New Yorker με τίτλο «The Return of Karl Marx» («Η επιστροφή του Καρλ Μαρξ»), ο συντάκτης του περιοδικού Τζον Κάσιντι αποφαίνεται πως, όσο διαρκεί ο καπιταλισμός, τα βιβλία του Μαρξ αξίζει να διαβάζονται. Αλλά σε ποια επιστροφή του Μαρξ αναφέρεται; Οι μεν οπαδοί τον είχαν θεοποιήσει, οι δε αντίπαλοι τον αντιμετώπιζαν σαν κακό φάντασμα που ήθελαν να το ξορκίσουν.

Ο Μαρξ ήταν πάντα εδώ, είτε ως θετικό είτε ως αρνητικό πρότυπο. Έπρεπε να περάσουν σχεδόν 150 χρόνια για να διαπιστώσουμε πως αυτά που έγραφε τον 19ο αιώνα θα όριζαν βασικά γνωρίσματα της δικής μας εποχής: την παγκοσμιοποίηση, την τεχνολογική πρόοδο, την παρακμή της λεγόμενης υψηλής τέχνης.

Ο Μαρξ ποτέ δεν επισκέφτηκε εργοστάσιο και όλες σχεδόν τις σχετικές πληροφορίες τις αντλούσε από τον Ενγκελς. Κι όμως έγραψε ό,τι σημαντικότερο μπορούσε να διαβάσει κανείς εκείνα τα χρόνια για την αυτοματοποίηση της παραγωγής. Αν μάλιστα επιχειρήσουμε να ερμηνεύσουμε τις αλλαγές μέσω της ιστορικής διαδικασίας, θα καταλάβουμε πώς και γιατί επί παραδείγματι ο αυτοματισμός αντικαταστάθηκε στις μέρες μας από την τεχνητή νοημοσύνη.

Ο Καρλ Μαρξ με την οικογένειά του

Το Κεφάλαιο στην τσαρική Ρωσία

Ο Μαρξ δεν επισκέφτηκε ποτέ τη Ρωσία, αλλά εκεί θα εφαρμόζονταν, με τρόπο που κατά πάσα πιθανότητα δεν θα συμφωνούσε ο ίδιος, οι ιδέες του. (Γι’ αυτό άλλωστε οι Μπολσεβίκοι τις εμβολίασαν με τον λενινισμό.)

Ο πρώτος τόμος του Κεφαλαίου (1867) μεταφράστηκε για πρώτη φορά στη Ρωσία το 1872 και μέσα σ’ έναν χρόνο πούλησε 3.000 αντίτυπα (νούμερο μεγάλο για εκείνη την εποχή και μάλιστα για ένα τόσο δυσνόητο βιβλίο) και έκανε τεράστια εντύπωση. Ενώ, αντίθετα, η γερμανική έκδοση έκανε πέντε χρόνια να πουλήσει 1.000 αντίτυπα όλα κι όλα.

Θα το θεωρούσε κανείς «ιστορικό παράδοξο» που το Κεφάλαιο πέρασε από την τσαρική λογοκρισία χωρίς περικοπές ή όποιες άλλες επεμβάσεις. Οι λογοκριτές επέτρεψαν την έκδοσή του επειδή το θεώρησαν αμιγώς επιστημονικό και επιπλέον τόσο δυσνόητο που συμπέραναν ότι ελάχιστοι θα το διάβαζαν και ακόμη πιο λίγοι θα το καταλάβαιναν. Το ότι οι Μπολσεβίκοι αργότερα θα το θεωρούσαν (ερμηνεύοντάς το κατά το δοκούν) ως τη «Βίβλο» τους είναι μια άλλη ιστορία.

Είναι γνωστό πως ο Μαρξ δεν φανταζόταν ότι η σοσιαλιστική επανάσταση θα ξεσπούσε και θα επικρατούσε στη Ρωσία. Τόσο αυτός όσο και ο Ενγκελς θεωρούσαν τη Ρωσία χωροφύλακα της Ευρώπης και ότι ένας πόλεμος της ευρωπαϊκής βιομηχανικής Δύσης εναντίον της θα επιτάχυνε τις διαδικασίες για την επικράτηση της σοσιαλιστικής επανάστασης στις δυτικές χώρες.

Συνέβη βέβαια το αντίθετο: έγινε μεν ο πόλεμος, αλλά η «σοσιαλιστική επανάσταση», στην μπολσεβίκικη βέβαια εκδοχή της, επικράτησε στη Ρωσία, μια χώρα οικονομικά καθυστερημένη, με ένα αυταρχικό καθεστώς που είχε απέναντί του δύο εχθρούς: τους διανοουμένους και τους χωρικούς.

Ρεαλισμός και μεσσιανισμός

Ο ρεαλισμός και ο μεσσιανισμός του Μαρξ, σε συνδυασμό μάλιστα με την οξύτατη πολεμική που ασκούσε στους αντιπάλους του ή σε όσους θεωρούσε πως δεν αποδέχονταν πλήρως τις απόψεις του, έφερνε σε αμηχανία πολλούς διανοουμένους της εποχής του.

Η περίφημη άποψή του πως χρέος μας δεν είναι να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, αλλά να τον αλλάξουμε, προέβαλλε μια μείζονα προϋπόθεση ως ιστορικό καθήκον: την κριτική των πάντων.

Γι’ αυτό και μια σημαντική φυσιογνωμία, ο Μπέρτραντ Ράσελ, έλεγε: «Οι απόψεις μου για τον Μαρξ είναι πως είχε έναν συγχυσμένο νου και πως τη σκέψη του την ενέπνεε η απέχθεια». Από την άλλη, όμως, τον θεωρούσε ως τον τελευταίο φιλόσοφο που δημιούργησε ένα ολοκληρωμένο σύστημα, έπαινος διόλου μικρός, κι ας έλεγε ο Ράσελ (στην Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας) πως αν τον δει κανείς καθαρά ως φιλόσοφο, ο Μαρξ είχε σοβαρά μειονεκτήματα. Ηταν υπερβολικά πρακτικός, υπερβολικά εξαρτημένος από τα προβλήματα της εποχής του.

Ο Καρλ Μαρξ με τον Φρίντριχ Ενγκελς σε τυπογραφείο

Η αλλοτρίωση τότε και τώρα

«Υπερβολικά πρακτικός»; Ακόμη κι έτσι, δεν μπορεί να αγνοηθεί το ότι στο τέλος του 19ου αιώνα οι θεωρίες του ήταν εκείνες στις οποίες θεμελιώθηκαν οι αρχές για τη δημιουργία στη Γερμανία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, του μεγαλύτερου τότε στην Ευρώπη.

Και μπορεί κάποιος να διαφωνεί με την άποψή του πως αποκλειστικά οι παραγωγικές διαδικασίες ορίζουν την κοινωνική συμπεριφορά, αλλά από εδώ προκύπτει και η σημαντικότατη θεωρία του περί αλλοτρίωσης ή αποξένωσης, τέσσερις τύπους της οποίας διακρίνει: την αποξένωση από την εργασία. Την αποξένωση από την πράξη της παραγωγής. Την αποξένωση από τον εαυτό μας και την αποξένωση του εργαζομένου από τους άλλους εργαζομένους. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η αποξένωση του ατόμου από την κοινωνία.

Σε αυτές τις μορφές αλλοτρίωσης οδηγούσε, κατά τον Μαρξ, ο αυτοματισμός στην παραγωγή, αλλά η έννοια της αλλοτρίωσης απέκτησε αργότερα ευρύτερο περιεχόμενο. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σχετικά πρόσφατη ταινία Ο λύκος της Γουόλ Στριτ (2013), όπου η αλλοτρίωση δεν προσβάλλει μόνο τον απλό εργαζόμενο αλλά και τα στελέχη του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Για πολλά χρόνια η φιλοσοφία του Μαρξ, που είναι γνωστή ως ιστορικός υλισμός, εξεταζόταν αποκλειστικά σχεδόν σε συνδυασμό με τη φιλοσοφία του Χέγκελ.

Πόσο «χεγκελιανός» ήταν στην ουσία ο Μαρξ; Μήπως με την καθολική κριτική που επιζητούσε βρισκόταν πιο κοντά στον Καντ και στην Κριτική της κρίσης του τελευταίου; Κανένας φιλόσοφος ή διανοούμενος δεν έχει προκαλέσει τόσες συζητήσεις μέσα στην Ιστορία. Και κανενός το σύστημα δεν προκάλεσε τόσες ερμηνείες.

μαρξ 

Το «εβραϊκό ζήτημα»

Τα νεανικά γραπτά του Μαρξ παλαιότερα σχολιάζονταν περίπου ευκαιριακά, αλλά δεν είναι διόλου δευτερεύουσας σημασίας σε σύγκριση με τα κείμενά που έγραψε σε ώριμη ηλικία. Το πιο σχολιασμένο είναι το κείμενό του Για το εβραϊκό ζήτημα, που το έγραψε στα είκοσι πέντε του χρόνια, προκαλώντας θύελλα συζητήσεων και ερμηνειών.

Στη μεταπολεμική εποχή, μετά το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ευρώπης, το παλαιό ερώτημα επανήλθε με τρόπο δριμύτερο: Ηταν άραγε αντισημίτης ο εβραϊκής καταγωγής Μαρξ, που πρότεινε λίγο πολύ την εξαφάνιση της ιουδαϊκής ταυτότητας, φτάνοντας στο σημείο να γράψει ότι ο θεός των Εβραίων είναι το χρήμα; Αυτό δεν θα έπρεπε να μας παραξενεύει εν τούτοις, αφού το είπε εκείνος που διακήρυξε πως «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Σε μια ολοκληρωτική θεωρία, όπως ο ιστορικός υλισμός, η μεταφυσική δεν έχει θέση.

Ο Μαρξ είχε μελετήσει τα Ηθικά Νικομάχεια και τα Πολιτικά του Αριστοτέλη. Ήταν κατά μια έννοια «αριστοτελικός», διαφωνώντας ωστόσο με τον Αριστοτέλη.

Και όσο για τη σχέση των Εβραίων με το χρήμα, την «απάντηση» θα την έδινε έναν αιώνα αργότερα ο Ρόμπερτ Γκρέιβς σε δύο παραγράφους, στο μνημειώδες έργο του Η λευκή θεά: οι Εβραίοι, που στην Ευρώπη των Καθολικών και των Προτεσταντών οι εθνικοί τούς φέρονταν σαν «απάτριδες», είχαν μόνο δύο τρόπους για να επιβιώσουν. Ο πρώτος ήταν να διατηρήσουν την ταυτότητά τους μέσω της θρησκείας τους και ο δεύτερος να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του χρήματος προκειμένου να αντισταθούν στην καταπίεση των εθνικών. Το αν αυτό οδήγησε σε έναν ανεξέλεγκτο καπιταλισμό, οι εθνικοί πρωτίστως τους εαυτούς τους πρέπει να ψέξουν, αποφαίνεται ο Γκρέιβς. 

Μαρξ και Μπαλζάκ

Όπως όλες σχεδόν οι σημαντικές μορφές του 19ου αιώνα, ο Μαρξ (καθώς και ο Ενγκελς) έδινε μεγάλη σημασία στη λογοτεχνία. Αναπόφευκτα, το συμβατό με τη θεωρία του ιστορικού υλισμού λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό ρεύμα είναι ο ρεαλισμός. Και ο κορυφαίος συγγραφέας που το εκφράζει, ο πρύτανης του ρεαλισμού Ονορέ ντε Μπαλζάκ, που έλεγε πως «το χρήμα είναι η ζωή. Αν έχεις μετρητά, μπορείς να κάνεις τα πάντα».

Στο έργο του μεγάλου Γάλλου ο Μαρξ ανακάλυπτε όλα όσα ο ίδιος ανέπτυσσε θεωρητικά. Και αυτό δεν τον εμπόδιζε να θαυμάζει τον Μπαλζάκ, που ήταν μοναρχικός. Είναι γνωστό πως ήθελε να γράψει ένα μεγάλο βιβλίο για εκείνον τον κορυφαίο ρεαλιστή μόλις ολοκλήρωνε το έργο της συγγραφής του Κεφαλαίου – αλλά τον πρόλαβε ο θάνατος.

Θα πρόσφερε όμως με το υπόλοιπο έργο του το θεωρητικό υπόβαθρο στον Γκέοργκ Λούκατς για να γράψει τις Μελέτες για τον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, βιβλίο βασικό και σήμερα για την πεζογραφία του 19ου αιώνα. (Το μετέφρασε το 1957 ο Τίτος Πατρίκιος αλλά είναι, δυστυχώς, εξαντλημένο.)

Η εποχή μας δεν ευνοεί τα μεγάλα συστήματα εξαιτίας του σχετικισμού και της συνεχούς επιτάχυνσης του ιστορικού βηματισμού. Κατά τούτο ο Μαρξ ανήκει στον 19ο αιώνα και πολλά από όσα είπε δεν ισχύουν σήμερα. Άσκησε οξύτατη κριτική στην Εκκλησία, αλλά υποβάθμισε τη σημασία της θρησκείας στη ζωή και στον ψυχισμό των λαών. Απόδειξη, η επιστροφή του θρησκευτικού αισθήματος στις πρώην κομμουνιστικές χώρες μετά την κατάρρευση των εκεί καθεστώτων.

Ως δημοσιογράφος είχε σοβαρά ελαττώματα. Για παράδειγμα, τη μεγάλη εξέγερση των Ταϊπίνγκ στην Κίνα, το 1853, σε άρθρο του στη New York Herald Tribune την ερμήνευσε ως αποτέλεσμα του Α’ Πολέμου του Οπίου και των επεμβάσεων των Ευρωπαίων. Το όχημα της εξέγερσης όμως ήταν ο χριστιανισμός, στον οποίο οι εξεγερμένοι είχαν βρει το αντίδοτο στον βουδισμό και στον ταοϊσμό που ήταν οι θρησκείες των φεουδαρχών.

Αλλά οι προβλέψεις του Μαρξ είναι σημαντικότερες από τις διαψεύσεις του. Και αυτός είναι ο λόγος της θεαματικής επιστροφής του. Ο αναγνώστης θα τις δει αμφότερες αναλυτικά στην πρόσφατη μνημειώδη βιογραφία Καρλ Μαρξ: Μεγαλείο και ψευδαισθήσεις του Γκάρεθ Στέντμαν Τζόουνς (Πατάκης, 2019).

Ο Μαρξ πέθανε το 1883. Στη Βιέννη τότε υπήρχε ένας 27χρονος γιατρός που σε λίγα χρόνια θα ανέτρεπε όσα ήταν γνωστά για τον ψυχικό βίο, τη συμπεριφορά και την εσωτερική μας ζωή. Το όνομά του: Σίγκμουντ Φρόιντ. 

Δεν έχει Δεύτερη Ζωή

Δεν έχει Δεύτερη Ζωή

Γράφει ο Δημήτρης Νανόπουλος

Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουν οι νέοι είναι που ακούν τους μεγαλύτερους. Μην ακούτε τους μεγάλους. Είναι άνθρωποι «χαλασμένοι». Πολλά απ’ όσα θα πεις, ακόμα και στους γονείς σου, τους ακούγονται περίεργα, ανέφικτα. Και, δυστυχώς, προσπαθούν να επιβάλουν στα παιδιά τους τις δικές τους φιλοδοξίες.

Η δημιουργία είναι χαρά, πλούτος, ευτυχία, το μοναδικό πνευματικό καταφύγιο. Επομένως, μη δίνετε σημασία σε πράγματα που δεν έχουν αξία.

Όταν υπάρχουν εκατό δισεκατομμύρια γαλαξίες και κάθε γαλαξίας αποτελείται από εκατό δισεκατομμύρια αστέρια είναι λίγο εγωιστικό να λέμε ότι ζούμε μόνοι μας και δεν υπάρχει εξωγήινη ζωή. Είμαστε ένα τυχαίο γεγονός. Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε μόνοι μας: ένα κράμα συμπτώσεων, εκατομμυρίων πρωτονίων και νετρονίων, ενός τυχαίου σύμπαντος. Αποτέλεσμα μιας συγκυρίας γεγονότων.

Δεν υπάρχει αρχή, μέση ή τέλος. Όλα προέρχονται από ένα τίποτα. Πάντα θα γεννιούνται νέα ερωτήματα και διαρκώς θα αναζητούμε καινούργιες απαντήσεις.
Σήμερα μού προκαλεί εντύπωση το ότι βιώνουμε ένα νέο είδος, εκείνο της ασεξουαλικότητας. Ζευγάρια προσηλωμένα στις οθόνες των κινητών τους. Η χρήση των social media εξαρτάται από εμάς. Σου προσφέρουν δυνατότητες κι εσύ επιλέγεις πώς θα τις διαχειριστείς. Αλλά το σεξ είναι απαραίτητο στη ζωή μας. Η σωματική ευτυχία σε γεμίζει συναισθηματική ευφορία.

Η ζωή έχει συγκεκριμένα χρονικά όρια. Είναι από δω έως εκεί. Επομένως, είμαστε τυχεροί που υπάρχουμε. Ζήστε, λοιπόν, έχοντας ως κινητήρια δύναμη τις επιθυμίες, τα θέλω, τα όνειρα. Μακριά από συμβιβασμούς. Μην αφήνεστε σε όσα δεν σας γεμίζουν ψυχικά. Ρισκάρετε. Προχωρήστε και μη φοβάστε την αποτυχία. Γιατί δεύτερη ζωή δεν έχει.

Πηγή: Lifo

Δημήτρης Νανόπουλος: Οι απόγονοί μας θα είναι φεγγαρόπαιδα

WHO IS WHO Ο Δημήτρης Νανόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου, 1948. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από όπου αποφοίτησε το 1971. Συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Sussex της Αγγλίας, όπου απέκτησε το διδακτορικό του (Ph.D) το 1973, στη Θεωρητική Φυσική των Υψηλών Ενεργειών. 
Διετέλεσε ερευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών Ευρώπης (CERN) στη Γενεύη Ελβετίας και επί σειρά ετών ανήκε στο ανώτερο ερευνητικό προσωπικό του κέντρου. Διετέλεσε επίσης ερευνητής στην Ecole Normale Superieure, Παρίσι, Γαλλία και στο Πανεπιστήμιο Harvard, Cambridge, USA. 
Το 1989, εξελέγη καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Texas A&M, όπου από το 1992 είναι διακεκριμένος καθηγητής και από το 2002 κατέχει την έδρα Mitchell-Heep της Φυσικής Υψηλών Ενεργειών, προικοδοτούμενη με το ποσόν του $1,5 δισ. Είναι επίσης Διευθυντής του Κέντρου Αστροσωματιδιακής Φυσικής του Κέντρου Προχωρημένων Ερευνών του Ηouston (HARC), στο Χιούστον του Τέξας, όπου επίσης διευθύνει ένα ερευνητικό τμήμα του World Laboratory, που εδρεύει στη Λωζάνη, Ελβετίας. Το 1997, εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. 
Το 2004, ανεδείχθη 4ος στην κατάταξη των πιο αναφερόμενων Θεωρητικών Φυσικών όλων των εποχών, που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Stanford.

Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΑΪΡΗΣ (1784-1853)

Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΑΪΡΗΣ (1784-1853)

ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ «ΘΕΟΣΕΒΕΙΑΣ»

Γράφει ο Γιώργος Στάμκος

Η Χώρα της Άνδρου φημίζεται για τα νεοκλασικά αρχοντικά των καραβοκυραίων της, για το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, αλλά περισσότερο απ’ όλα για τα ξακουστά παιδιά της, τους μεγάλους ανθρώπους που γέννησε. Ο ένας ήταν ο σουρεαλιστής ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος (1901-1974). Ο άλλος ήταν ο αιρετικός κληρικός και φιλόσοφος Θεόφιλος Καΐρης (1784-1853). Στην κεντρική πλατεία της Άνδρου υπάρχει ένας ανδριάντας αφιερωμένος στη μνήμη του, ο οποίος τοποθετήθηκε το 1896. Ο Καΐρης ήταν ένας πολύ μορφωμένος κληρικός, γόνος μιας από τις ισχυρότερες οικογένειες του νησιού, ο οποίος ήταν ο πρώτος που σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης του 1821 στην Άνδρο. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος και δημιουργήθηκε το πρώτο ελληνικό κράτος ο Καΐρης ίδρυσε στην Άνδρο ένα πρότυπο ορφανοτροφείο για τα ορφανά της επανάστασης. Πριν δημιουργήσει ωστόσο το περίφημο ορφανοτροφείο του ο ανήσυχος Καΐρης ταξίδεψε στην Ευρώπη, στην Ιταλία και στην Αγγλία, προκειμένου να διευρύνει τις γνώσεις του. Στο Λονδίνο μάλιστα δημιούργησε, σε συνεργασία με Έλληνες της πόλης, έναν Ελληνικό Σύλλογο Θεοσοφίας, τριάντα χρόνια πριν η μαντάμ Μπλαβάτσκι συλλάβει τη θεοσοφική ιδέα. Ο Καΐρης είχε πολλούς πλούσιους Έλληνες (στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη κ.α.) που υποστήριζαν τις πρωτοποριακές ιδέες του και χρηματοδοτούσαν το ορφανοτροφείο του. Αν και το σχολείο του λειτούργησε μόλις τρία χρόνια (1836-1839), άφησε εντούτοις εποχή για το υψηλό επίπεδο διδασκαλίας και το ήθος του. Δεν ήταν μόνο Έλληνες οι μαθητές του Καΐρειου ορφανοτροφείου. Αρκετοί Βούλγαροι, ακόμη και Τούρκοι φοίτησαν σ’ αυτό.

Ο Θεόφιλος Καΐρης ήταν ένας γνήσιος αρχαιολάτρης, λάτρης της φιλοσοφίας και του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Έτσι, όσοι μαθητές του δεν είχαν ονόματα ακραιφνώς ελληνικά, τα μετέβαλε προς το αρχαιοπρεπέστερο. Λέγεται πως όλοι όσοι έχουν σήμερα στην Άνδρο το όνομα Λεωνίδας είχαν προηγουμένως το όνομα Λεονάρδος, και οφείλουν στον Καΐρη τη μεταβάπτισή τους. Το ίδιο συνέβαινε και με ορισμένα επίθετα. Έτσι οι σημερινοί Εμπειρίκοι της Άνδρου λεγόντουσαν προηγουμένως Μπιρίκοι ή Πιρίκοι π.χ. ο Λεονάρδος Μπιρίκος έγινε, χάρη στον Καΐρη, Λεωνίδας Εμπειρίκος! Αυτή η συνήθεια του εξελληνισμού των ονομάτων είχε πάρει τον 19ο αιώνα διαστάσεις «ιερής μανίας» π.χ. ο Ζαμπλές μετονομάστηκε σε Ιάμβλιχο, ο Πηγαδιώτης σε Φρεαρίτης κ.α.

Στη Σχολή του Καΐρη φοιτούσαν άνδρες από εννέα και πάνω και στην ανώτατη τάξη (από τη σημερινή πρώτη Λυκείου και πάνω) διδάσκονταν μεταφυσική (!), λογική, θεολογία, γνωστική, άλγεβρα, διοπτρική, ορυκτολογία, αστρονομική κ.α. Κάποιοι θαυμαστές του αποκαλούσαν τον Καΐρη «γιο του Απόλλωνα, του Σωκράτη και του Πλάτωνα». Ο ίδιος ο Θεόφιλος Καΐρης δίδασκε συνεχώς, σηκώνονταν κάθε μέρα στις έξη το πρωί, τρεφόταν λιτά και κοιμούνταν μόλις τέσσερις ώρες ημερησίως! Η υπερβολική εξάντληση και ο ασταμάτητος μόχθος οδήγησαν, σύμφωνα με ορισμένους, τον Καϊρη στο θρησκευτικό παραλήρημα που εκφράστηκε μέσα από την ίδρυση νέας θρησκείας.

Η Καΐρειος βιβλιοθήκη στη Χώρα της Άνδρου.

Ο Θεόφιλος Καΐρης δεν έμεινε γνωστός στην ιστορία για το ορφανοτροφείο του, αλλά για το σάλο που προκάλεσε με την ίδρυση μιας νέας θρησκείας, που ονόμαζε Θεοσέβεια. Λέγεται ότι μυούσε τους μεγαλύτερους και ωριμότερους μαθητές του σε διδασκαλίες και δόγματα που αντίβαιναν στο χριστιανισμό, μια και αρνούνταν τη θεότητα του Ιησού, την Αγία Τριάδα, τις Γραφές, τα μυστήρια και τις τελετές της εκκλησίας. Ο Καΐρης δίδασκε ότι, όταν κάποιος πέθαινε, η ψυχή του πήγαινε σε άλλους πλανήτες και ότι η πολιτική εξουσία είναι ενάντια προς την ιδέα της αδελφότητας και της ισότητας. Ήθελε να καταργήσει την εβδομάδα και να χωρίσει το μήνα σε δεκαήμερα και να μετονομάσει τους ιερείς σε «θειαγούς». Ο θρύλος θέλει τις χριστιανικές τελετές να έχουν σταματήσει να τελούνται στο ναό του ορφανοτροφείου και να έχουν αντικατασταθεί από μυστικές τελετές, που αποτελούνταν από ύμνους και τελετές προς τον έναν και μοναδικό Θεό, τις οποίες τελούσε ο ίδιος ο Καΐρης. Για τις δημόσιες προσευχές ο Καΐρης όρισε «θειαγούς», που ήταν άνδρες ή γυναίκες που εκλέγονταν με κλήρο, και με βάση τα προσόντα τους χωρίζονταν σε Κοσμήτορες, Αναγνώστες, Υμνωδοί, Θεοκήρυκες και Λειτουργοί.

Το σπίτι του Θ. Καϊρη στη Χώρα της Άνδρου, πριν την ανακαίνισή του.

Αυτή τη νέα θρησκεία, τη Θεοσέβεια, την εμπνεύστηκε «εκ των άνωθεν» ο Καΐρης, όταν μια νύκτα είδε στον ουρανό με χρυσά γράμματα γραμμένη τη φράση «Θεού Σέβου». Ο ιστορικός της Άνδρου Δημήτριος Π. Πασχάλης, στο βιβλίο του σχετικά με τον Θεόφιλο Καϊρη, υποθέτει πως αυτός ο φιλόσοφος φαντάστηκε ότι «ο Ελληνισμός ηδύνατο ν’ αναγεννηθεί δια του αρχαίου πολιτισμού και δια νέου θρησκεύματος» και φανταζόταν τον εαυτό του ως αναμορφωτή με την ίδρυση μιας παγκόσμιας θρησκείας. Ονόμασε τη θρησκεία του Θεοσέβεια, επειδή στα αρχαία ελληνικά η λέξη αυτή σήμαινε θρησκεία. Το αντικείμενο αυτής της θρησκείας ήταν ο υπερτέλειος Θεός, ενώ ο άνθρωπος προσελκύεται από το αιώνιο και το απόλυτο και επιζητά συνεχώς την αλήθεια. Σύμφωνα με τον Καϊρη ο άνθρωπος έχει δύο έμφυτες δυνάμεις το «απειροτατικόν» και το «θεοσεβικόν». 

Όπως ήταν αναμενόμενο η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία δεν άφησε να ξεφυτρώσει μια νέα θρησκεία στην καρδιά του Αιγαίου. Ενώ το εκπαιδευτήριο του βρισκόταν στη μέγιστη ακμή του ο Καΐρης κατηγορήθηκε για αιρετικός, δικάστηκε, και καταδικάστηκε. Το ορφανοτροφείο του έκλεισε και οι μαθητές του σκόρπισαν στα σημεία του ορίζοντα. Το 1844, όταν με το ψήφισμα του Συντάγματος καθιερώνονταν επίσημα η ελευθερία συνείδησης στην Ελλάδα, ο Καΐρης επέστρεψε στην Άνδρο και δίδασκε σε λίγους άπορους μαθητές. Όταν όμως το 1847 πέθανε ο Ιωάννης Κωλέττης, που τον προστάτευε, ξέσπασε νέα επίθεση εναντίον του και οδηγήθηκε εκ νέου στα δικαστήρια. Κατηγορήθηκε και πάλι για αιρετικός και ότι συνέλαβε την καταστροφική για τον Ελληνισμό ιδέα του Θεοσεβισμού για να διασπάσει το έθνος! Ο ίδιος απολογήθηκε: «Ούτε εισηγητής, ούτε ιδρυτής νέας θρησκείας είμαι, διότι φρονώ ότι τούτο δεν είναι έργον ανθρώπου, καθόσον τα τοιαύτα εις δύναται, ο εκ του μηδενός παραγάγων το Σύμπαν». Έπειτα από απίστευτες δικαστικές ταλαιπωρίες, ο Καΐρης καταδικάστηκε και τελικά πέθανε βαριά άρρωστος στη φυλακή το 1853.Οκτώ ημέρες μετά το θάνατό του ο Άρειος Πάγος με την υπ. αριθ. 19/19.1.1853 απόφασή του απάλλαξε των κατηγοριών και αθώωσε το Θεόφιλο Καΐρη.

Έτσι ο Καΐρης, με τον διωγμό του, εισήλθε στο πάνθεον των μεγάλων μαρτύρων του Ελληνισμού, που πέθαναν για τις ιδέες του. Το 1896 οι κάτοικοι της Άνδρου τίμησαν το επιφανέστερο τέκνο του νησιού τους στήνοντας έναν ανδριάντα στο κέντρο της πρωτεύουσας τους και ιδρύοντας την Καΐρειο Βιβλιοθήκη, που περιέχει 35.000 τόμους σπάνιων βιβλίων. Η Άνδρος είναι ίσως ένα από τα λίγα μέρη της Ελλάδας που ξέρει να τιμά τα παιδιά της…

Άνδρος: Με φόντο το γαλάζιο ορίζοντα, του Ελληνικού Φωτός και του πνεύματος του Διαφωτισμού.