Category Archives: TEXNH – ART

Λόρδος Βύρωνας, ο «Πατέρας» του ευρωπαϊκού ρομαντισμού

Λόρδος Βύρωνας

Ο «Πατέρας» του ευρωπαϊκού ρομαντισμού

Γράφει ο Γιώργος Στάμκος 

Ποιητής, ρομαντικός, αριστοκράτης, ευπατρίδης, πολιτικός, ηδονιστής, ερωτύλος, ήρωας…

Γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου του 1788, στο Λονδίνο. Το πραγματικό του όνομα ήταν Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον (George Gordon Byron) αλλά έγινε γνωστός στην Ελλάδα ως Λόρδος Βύρων. Ο πατέρας του Τζον ήταν ένας σπάταλος γόης, που κατέφυγε στη Γαλλία για ν’ αποφύγει τους δανειστές του. Η μητέρα του ήταν ματαιόδοξη, ιδιότροπη, ευερέθιστη και συχνά είχε εξάρσεις παραφροσύνης (ο πατέρας της είχε αυτοκτονήσει).

Ασθενική κράση αλλά ψυχική δύναμη

Ο ποιητής ήταν χωλός εκ γενετής, με ασθενική κράση αλλά με απίστευτα αποθέματα ψυχικής δύναμης. Αν και η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς ήταν οικτρή, στις 19 Ιουλίου 1798 με το θάνατο του θείου του, ο Τζορτζ κληρονόμησε μια μεγάλη περιουσία καθώς και τον τίτλο του Λόρδου. Έμαθε από μικρός λατινικά και ελληνικά.

Το 1805 μπήκε στο Κολέγιο στο Χάρρο, αλλά αποχώρησε με πικρία επειδή ένα ελάττωμα στη δεξιά του κνήμη δεν του επέτρεπε να λαμβάνει μέρος σε αθλητικές δραστηριότητες. Από μικρός γνώρισε και ερωτεύτηκε πολλές γυναίκες, και πολλές γυναίκες τον ερωτεύτηκαν.

Τον Ιανουάριο του 1807 δημοσίευσε την ποιητική συλλογή Ωραία Οκνηρία, που γνώρισε θριαμβευτική επιτυχία. Το 1808 έφυγε από το Κέιμπριτζ με το δίπλωμα «Μάγκιστερ Άρτιουμ», αλλά αφήνοντας χρέη 10.000 λιρών από χαρτοπαιξία.

Τα ταξίδια του στην Ελλάδα

Τον Απρίλιο του 1808 εγκαταστάθηκε στον πύργο του θείου του, που αποτέλεσε την ιδανική κατοικία για τον ρομαντικό Βύρωνα. Στις 13 Μαρτίου του 1809 κατέλαβε την έδρα του στη Βουλή των Λόρδων. Τον Ιούλιο του 1809 ταξίδεψε στην Πορτογαλία και στη συνέχεια τη Μάλτα. Το φθινόπωρο του 1809 ο ποιητής επισκέφθηκε την Ελλάδα. Στους Δελφούς παρατήρησε ενθουσιασμένος 12 αετούς να πετούν στον ουρανό, γεγονός που το θεώρησε καλό οιωνό: Ο Απόλλων είχε δεχθεί ευμενώς το προσκύνημα του! Επισκέφτηκε την τουρκοκρατούμενη Αθήνα, όπου κι εμπνεύστηκε το ποίημα Κόρη των Αθηνών. Από τότε υπήρξε ένθερμος φιλέλληνας, λάτρεψε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, την ελληνική ιστορία και λογοτεχνία,

Το 1812 δημοσίευσε στο Λονδίνο το μεγάλο ποίημα του Child Harold, που γνώρισε θριαμβευτική αποδοχή: «Ξύπνησα ένα πρωί και είδα ότι είχα γίνει διάσημος». Μόνο κατά την πρώτη μέρα της έκδοσης πουλήθηκαν 10.000 αντίτυπα.

Αποτυχημένος γάμος του

Στις 2 Ιανουαρίου 1815 παντρεύτηκε την Άννα Ισαβέλλα Μπίλμπανκ στο Σίχαμ Χολ της κομητείας Ντάραμ. Αρχικά φαινόταν ένας «ευτυχισμένος γάμος» όμως η συνέχεια ήταν απογοητευτική. Αν και απέκτησε μαζί με τη σύζυγό του μια κόρη, λίγο αργότερα, τον Μάρτιο του 1816, χώρισε. Αιτία χωρισμού η κακή συμπεριφορά του ποιητή προς τη σύζυγό του και οι πολυάριθμες εξωσυζυγικές του σχέσεις, ακόμη και με την ετεροθαλή αδελφή του Αυγούστα Λι.

 Μετά το διαζύγιο η αγγλική αριστοκρατία τον αποκήρυξε. Ο ποιητής αυτοεξορίστηκε στην Ιταλία, όπου και μπλέχτηκε σε ερωτικές και άλλες περιπέτειες. Εκεί διακήρυξε ανοικτά τις φιλελεύθερες ιδέες του και εκδήλωσε την επιθυμία να υπερασπιστεί τους καταδυναστευόμενους λαούς και ν’ αγωνιστεί για την ελευθερία. Στην Ιταλία πνίγηκε ο φίλος του Σέλεϊ, σύζυγος της Μαίρη Σέλεϊ, συγγραφέως του γκόθικ μυθιστορήματος Φρανκενστάιν, γεγονός που καταστεναχώρησε τον ποιητή.

Συνέχισε το γράψιμο πυρετωδώς, παρά την κατάσταση της εξασθενημένης υγείας του. Οι επικριτές του τον κατηγόρησαν για την ίδρυση «σατανικής ποιητικής σχολής», στην οποία άνηκαν «άνθρωποι με διεφθαρμένη καρδιά και νοσηρή φαντασία». Το έργο του ενθουσίασε, ενέπνευσε, ξεσήκωσε πάθη και αντιγνωμίες σε όλη την Ευρώπη. Η ποίηση του είναι αυτοβιογραφική και μέσα της διαφαίνεται ένας άνθρωπος Βύρων εκρηκτικός, επαναστάτης, καυστικός, ακατάστατος, παιγνιώδης, ερωτύλος, γενναιόδωρος και τρυφερός.

Επιστροφή στην επαναστατημένη Ελλάδα και θάνατος στο Μεσολόγγι

Φημισμένος για τον ρομαντισμό και τον φιλελληνισμό του, γνωστός για τις απόψεις  κατά των τυραννικών καθεστώτων και υπέρ της απελευθέρωσης των καταπιεσμένων λαών, ο Βύρων ταξίδεψε στην επαναστατημένη Ελλάδα για να συνδράμει το λαό στον αγώνα του. Μέλος του αγγλικού «Φιλελληνικού Κομιτάτου» από το 1823 θέλησε να συνδράμει τον αγώνα των Ελλήνων επαναστατών.

Οι Έλληνες τον υποδέχτηκαν ως σωτήρα. Μετά από πολλές περιπέτειες κατέληξε τελικά  στις 5 Ιανουαρίου του 1824 στο πολιορκημένο Μεσολόγγι. Η υγεία του κατέρρεε σιγά-σιγά και στις 18 Απριλίου του 1824 άφησε την τελευταία του πνοή από ελονοσία στο Μεσολόγγι σε ηλικία μόλις 36 ετών: «Ο μεγάλος άνθρωπος απέθανεν!», θρήνησαν όλοι οι Έλληνες. Θάφτηκε στο Μεσολόγγι και ανακηρύχθηκε σε εθνικό ήρωα.

Μετά το θάνατο του ξέσπασε στην Ευρώπη ένα κύμα Βυρωνισμού, ενώ ο Γκαίτε θεώρησε την ποίηση του ως «Κοσμικό Ευαγγέλιο, που λυτρώνει τον άνθρωπο από τα γήινα βάρη…». Ακόμη και σήμερα θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Βρετανούς ποιητές με επιρροή σε όλο τον κόσμο.

ΈΓΡΑΨΕ

«Τα πάθη μου αναπτύχθηκαν πολύ νωρίς –τόσο νωρίς που ελάχιστοι θα με πίστευαν, αν ανέφερα την περίοδο και τα γεγονότα που τη συνόδευαν. Ίσως αυτός να ήταν ένας από τους λόγους που προκάλεσαν την πρώιμη μελαγχολία των σκέψεων μου -έχοντας προλάβει τη ζωή».

Σκόρπιες Σκέψεις, 1821

«Ειρήνη στους νεκρούς! Το πένθος δεν μπορεί να τους ξυπνήσει. Με ένα στεναγμό σ΄ αυτούς που έφυγαν, ας επιστρέψουμε στις ηλίθιες ενασχολήσεις της ζωής, με τη βεβαιότητα πως κι εμείς θα βρούμε, ανάπαυση…»

Ο Βύρων στον R.C. Dallas, 1811

«Μέσ’ από το βρώμικο και σκοτεινό δρόμο της ζωής σύρθηκα στα τριάντα τρία. Και τι μου άφησαν αυτά τα χρόνια; Τίποτε – μόνον τριάντα τρία».

«…Όσο για την ποίηση, η δική μου είναι το όνειρο των κοιμισμένων παθών μου. Όταν είναι ξύπνια δεν μπορώ να μιλήσω τη γλώσσα τους, μόνον όταν υπνοβατούν, και τώρα δεν κοιμούνται…».

Στον John Murray, 1817

«…Λένε πως η αθανασία της ψυχής είναι ένα grand peut-etre παραμένει όμως grand. Όλοι καταφεύγουν σ’ αυτή –τα πιο ηλίθια, ανιαρά, αχρεία ανθρώπινα δίποδα πιστεύουν ακόμη πως είναι αθάνατα».

Ημερολόγια, 1821

«Τι περίεργο πράγμα ο πολλαπλασιασμός της ζωής! Μια φυσαλίδα Σπόρου που χύνεται στην ποδιά μιας πόρνης –ή στον οργασμό ενός ηδονικού ονείρου– μπορεί (γιατί τίποτε δεν ξέρουμε) να δημιουργήσει έναν Καίσαρα ή έναν Βοναπάρτη: τίποτε αξιόλογο δεν αναφέρεται για τους πατέρες τους, απ’ ότι ξέρω».

Σκόρπιες Σκέψεις, 1821

H.R.GIGER(1940-2014): Adios Xenomorph’s dad!

 

H.R.GIGER (1940-2014)

Adios Xenomorph’s dad!

Σχετική εικόνα

Τη Δευτέρα 12 Μαίου 2014, ο  αλλόκοτος και πρωτοποριακός Ελβετός καλλιτέχνης Ηans Rudolf Giger, δημιουργός ανάμεσα στ’ άλλα και της μορφής του Alien του Ρίντλεϊ Σκοτ, (εξού και ο χαρακτηρισμός του ως Xenomorph’s dad)έφυγε” σε ηλικία 74 ετών, ύστερα από σοβαρό τραυματισμό πέφτοντας από σκάλες. Πρόλαβε ωστόσο να αφήσει πίσω του ένα μνημειώδες έργο μιας “industrial Gothic”  Τέχνης, που επηρέασε μια ολόκληρη εποχή πυροδοτώντας όσο κανείς άλλος τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας…

Σχετική εικόνα

Ο μεγάλος ζωγράφος του «καθαρτηρίου», της μεταβιοτεχνολογίας, της κλωνοποιημένης μας εποχής της cybermachine. ο Giger, αρχίζει τη δημιουργική του πορεία με μαύρες και σκοτεινές εικόνες, εμπνεόμενος από τα έργα των Salvador Dali και Jean Cocteau.

Εξετάζοντας τις εικόνες του Giger πλημμυρίζεις από θαυμασμό για αυτόν τον Ελβετό ζωγράφο που παράγει την πιο αμφιλεγόμενη αλλά και πιο εντυπωσιακή τέχνη του 21ου αιώνα.

Αποτέλεσμα εικόνας για H. R. Giger

Δεν βρίσκει κανείς λέξεις για να περιγράψει τις εικόνες του, αυτές τις επιστημονικά ακριβείς εικόνες που είναι σαν να αποσπώνται από το ίδιο μας το σώμα. Η γλώσσα μοιάζει πρωτόγονη, διαθέτει λιγοστές ακριβείς λέξεις ικανές να περιγράψουν τις τρομακτικές απεικονίσεις που προκαλούν δέος, τις οποίες αποκαλύπτει στα μάτια μας ο καλλιτέχνης Giger.

Αποτέλεσμα εικόνας για H. R. Giger

O Giger κομματιάζει τους ιστούς μας σε λεπτές μικροσκοπικές διαφάνειες έτσι ώστε να προβληθούν στον κόσμο. Σαν με ξυράφι, κόβει το μυαλό μας και το πλάθει έτσι που να πάλλεται πάνω στον καμβά. Είναι ένα alien που καραδοκεί στο σώμα μας αφήνοντας σε αυτό τα αυγά της απορίας. Τυλίγει μεταξωτές κλωστές από κουκούλι κάμπιας γύρω μας και τρυπά βαθιά μέσα στους αδένες της ανθρώπινης ύπαρξής μας. «Βλέπεις περισσότερα από ότι εμείς τα οικιακά πρωτεύοντα θηλαστικά» του είπε κάποτε ο μεγάλος Timothy Leary. Σαν να έχει δημιουργηθεί από ένα άλλο υπερφυές είδος. Ένας μολυσματικός επισκέπτης που λαμπυρίζει με τα εντομοειδή μάτια του μέσα στα όργανα αναπαραγωγής μας….

Σχετική εικόνα

Ο Giger γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1940 στη μικρή ελβετική πόλη της Chur. Μεγαλώνοντας υπέφερε από το σύνδρομο που είναι γνωστό ως «Τρόμος της Νύχτας», το οποίο προκαλεί αισθήματα φόβου και θανάτου τις πρώτες ώρες του ύπνου. Ο πρώτος του πίνακας ήταν μέρος της θεραπείας που έκανε για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα…

Αποτέλεσμα εικόνας για H. R. Giger

Έχοντας σπουδάσει αρχιτεκτονική και βιομηχανικό σχεδιασμό στη Ζυρίχη αναγνωρίστηκε μέσα από την δημιουργία περίεργων εξωπραγματικών τοπίων. To 1958 συνεργάστηκε με ανθρώπους του κινηματογράφου και αμέσως μετά κυκλοφόρησαν οι πρώτες δουλειές του σε αφίσες. Έκανε την πρώτη του έκθεση στη Ζυρίχη και προκάλεσε αναστάτωση και ποικίλα σχόλια στους εικαστικούς κύκλους. Τη δεκαετία του 1970 αρχίζει να χρησιμοποιεί αερογράφο σε έργα τεραστίων διαστάσεων. Η δουλειά του διακρίνεται για την τελειότητα, την τρομακτική λεπτομέρεια και το μυστηριακό ερωτικό ύφος. Οι εμμονές του Giger με τα φίδια, τα σκουλήκια, τα διάφορα έντομα, τα σκοτεινά τούνελ, και πολύ περισσότερο με το ανθρώπινο σώμα, τις εκκρίσεις των σωμάτων, τα γενετικά όργανα, το πέος που προσπαθεί να εισβάλει στο γυναικείο κορμί, το βλεννογόνο του γυναικείου κόλπου αποκαλύπτονται «ξεδιάντροπα» στα έργα του.

Σχετική εικόνα

Φοβερή είναι η σειρά από πίνακες τους οποίους δημιούργησε εμπνεόμενος από τα απορριμματοφόρα της Κολονίας, καθώς έβλεπε τους υπαλλήλους να τοποθετούν τους κάδους απορριμμάτων στη σχισμή του οχήματος. Κάπου εκεί τον ανακαλύπτει ο Ridley Scott. Βλέποντας τα έργα του Giger για το Necronomicon, κατάλαβε ποιος θα έπρεπε να είναι ο σχεδιαστής των εξωγήινων τεράτων για την ταινία του. Ξεκινά τη συνεργασία για την πρώτη σειρά των Alien, επί τρεις συνεχείς μήνες ζωγραφίζει χιλιάδες εικόνες και πολλά από τα γλυπτά της ταινίας. Αμέσως μετά, τον καλούν στην Αγγλία να αναλάβει την ευθύνη για το ντεκόρ στο shepperton studio. Η δόξα και η καταξίωση για τη δουλειά του έρχεται το 1980, με την απονομή του Όσκαρ από την Αμερικάνικη Ακαδημία. Το 1984 μετά από τριάντα χρόνια αποχής από τα όπλα ο Giger αγόρασε για τον εαυτό του ένα ρεβόλβερ, εφόσον την προηγούμενη βραδιά είχε εφιάλτες. Πριν λίγα χρόνια σχεδόν πυροβολήθηκε από έναν άγνωστο στο δωμάτιο του, στο Λος Άντζελες, όπου ζούσε ως πρόσφατα.

Αποτέλεσμα εικόνας για H. R. Giger

Το 1990, όταν τον ξανακαλούν σε συνεργασία για το Alien 3 και οι υπεύθυνοι παραγωγής του ζητούν να σκεφθεί καινούργιες ιδέες για τις υδρόβιες φιγούρες των Alien, η πρότασή του για μια φιγούρα κομψού φονικού θυλάκου απορρίπτεται. Στο μεταξύ, η παραγωγή υιοθετεί προτάσεις άλλων σχεδιαστών και αυτό φέρνει σε ρήξη τον Giger με τους υπευθύνους. Ο Giger υποστηρίζει πως δεν έχουν δικαίωμα να αλλάξουν τις ιδέες του, το δημιούργημά του, αλλά δεν εισακούεται. Παρά τις διαμαρτυρίες του, το όνομά του παραβλέπεται ακόμα και στα credits της ταινίας ως αρχικού εμπνευστή της σειράς. Καθώς τα γράμματα διαμαρτυρίας προς την 20th Century Fox δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο Giger μέσα από την ιστοσελίδα του στο internet παρότρυνε τους φίλους και θαυμαστές του να κατακλύσουν με γράμματα αγανάκτησης την εταιρεία…

Αποτέλεσμα εικόνας για H. R. Giger

© http://www.zenithmag.wordpress.com

ΦΩΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ: H Δύναμη της Τέχνης

 H Δύναμη της Τέχνης

ΦΩΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ

ARTB

«Έχουμε την Τέχνη, ώστε να μην πεθάνουμε απ’ την Αλήθεια». Φρ. Νίτσε

Γράφει ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com)

Art anoigma

Είναι στιγμές που η μοναξιά μου αγγίζει τα όρια της μυσταγωγίας. Και τότε είναι που απολαμβάνω ακόμη περισσότερο την Τέχνη, με τη μορφή της Λογοτεχνίας, της Ποίησης, της Μουσικής, της Ζωγραφικής, του Κινηματογράφου, με οποιαδήποτε τέλος πάντων μορφή εμφανίζεται μπρος μου. Η Τέχνη είναι για μένα Lux in Tenebris (Φως στο Σκοτάδι): μια όαση νοήματος και ομορφιάς μέσα στο χάος της Ιστορίας και την ασχήμια της καθημερινότητας. Νιώθουμε άμεσα την ανατριχίλα και το φως της Τέχνης, που μας αναστατώνει δημιουργικά: “Ξάφνου ένιωσε σα να σκίστηκε το σκοτάδι μπροστά στα μάτια του, σα να κομματιάστηκε το βελούδινο τείχος της νύχτας και αποκαλύφθηκε μια αέναη, αφάνταστα βαθιά προοπτική φωτός” (Τόμας Μαν, Οι Μπούντερμπροκς).
Η σκουριά και τα σκουλήκια, η φθορά της καθημερινότητας και της επανάληψης, η δυστυχία και τα ανθρώπινα προβλήματα καταστρέφουν σχεδόν τα πάντα εκτός από την πραγματική Τέχνη. Γιατί η Τέχνη είναι άφθαρτη απ’ το χρόνο και αιώνια διότι κατάγεται Από Αλλού. Είναι η αντανάκλαση του πρώτου πλατωνικού προτύπου, η φευγαλέα εικόνα ενός χαμένου Παραδείσου…

ART
Η Τέχνη είναι Ανάταση και όχι Έμπνευση. Στο σημερινό σκληρο-υλιστικό κόσμο της Τεχνοβαρβαρότητας, όπου οι αριθμοί και τα κέρδη θεωρούνται ανώτερα από τους ανθρώπους, μπορούμε να αντιπαραθέσουμε πάντα τον κόσμο της Τέχνης. Να έχουμε ωστόσο υπόψιν μας πως η Τέχνη, όταν αναμειγνύεται άμεσα με την Πολιτική, τότε αναπόφευκτα υποβιβάζεται στο επίπεδο της ιδεολογικής φθήνιας. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει κι όταν η Τέχνη χτυπιέται στο σέικερ της τεχνολογίας και του μοντερνισμού: γίνεται τότε μαζικό καταναλωτικό προϊόν για αργόσχολους μικρομεσαίους μορφωμένους..
Η Τέχνη είναι μια όαση στην οποία μπορεί κανείς να ξεκουραστεί έστω και για λίγο. Ένα νησάκι στη θάλασσα της καθημερινότητας πάνω στο οποίο μπορεί να ξαποστάσει κανείς και να ατενίσει τον ορίζοντα. Μια πέτρα στο τέλμα της επανάληψης, του συντηρητισμού, του δογματισμού και της βαρεμάρας. Μια αστραπή από τον κόσμο του Υπερβατικού που καταυγάζει για λίγο τη “Μαύρη Σιδερένια Φυλακή” μας…

ART 1
Ας κάνουμε Τέχνη λοιπόν, ακολουθώντας αυτή τη φορά τη “λογοτεχνική συνταγή” του εξαίρετου Σέρβου συγγραφέα Ντάνιλο Κις (Σουμπότιτσα 1935 – Παρίσι 1989): Μπόλικο Σέλινο της Ζωής + Κρέας της Πραγματικότητας (με σπασμένο κόκκαλο) + στη μύτη του κουταλιού αλάτι, πιπέρι και ζάχαρη + μια καλή δόση μυρωδικού που λέγεται Ειρωνεία ► Να σιγοβράσουν σε χαμηλή φωτιά επί μήνες ή και χρόνια, στο κοχλάζον περιβάλλον της ανησυχαστικής σας ιδιοσυγκρασίας.
Να αποτραβηχτείτε στη Σιωπή και να το σερβίρετε. Να είστε σίγουροι πως θα γλείφουν όλοι τα δάκτυλά τους. Μόνον που πρέπει να προσέξουν μήπως το δόλωμα της ηδονής, ειδικά της πνευματικής, κρύβει μέσα του κάποιο θανάσιμο αγκίστρι..
Τέλος, ό,τι υλικά περισσέψουν, δε θα πάνε χαμένα. Θα είναι η μαγιά για κάτι άλλο…

images

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ H. R. GIGER

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ H. R. GIGER

Γράφει ο Μπάμπης Ιμβρίδης (imxa@hotmail.com)

Giger Anoigma 1

Τη Δευτέρα 12 Μαίου 2014, ο  αλλόκοτος και πρωτοποριακός Ελβετός καλλιτέχνης Ηans Rudolf Giger, δημιουργός ανάμεσα στ’ άλλα και της μορφής του Alien του Ρίντλεϊ Σκοτ, (εξού και ο χαρακτηρισμός του ως Xenomorph’s dad) «έφυγε» σε ηλικία 74 ετών, ύστερα από σοβαρό τραυματισμό πέφτοντας από σκάλες. Πρόλαβε ωστόσο να αφήσει πίσω του ένα μνημειώδες έργο μιας «industrial Gothic»  Τέχνης, που επηρέασε μια ολόκληρη εποχή πυροδοτώντας όσο κανείς άλλος τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας…
 

 

Ο μεγάλος ζωγράφος του «καθαρτηρίου», της μεταβιοτεχνολογίας, της κλωνοποιημένης μας εποχής της cyber – machine. ο Giger, αρχίζει τη δημιουργική του πορεία με μαύρες και σκοτεινές εικόνες, εμπνεόμενος από τα έργα των Salvador Dali και Jean Cocteau. Εξετάζοντας τις εικόνες του Giger πλημμυρίζεις από θαυμασμό για αυτόν τον Ελβετό ζωγράφο που παράγει την πιο αμφιλεγόμενη αλλά και πιο εντυπωσιακή τέχνη του 21ου αιώνα. Δεν βρίσκει κανείς λέξεις για να περιγράψει τις εικόνες του, αυτές τις επιστημονικά ακριβείς εικόνες που είναι σαν να αποσπώνται από το ίδιο μας το σώμα. Η γλώσσα μοιάζει πρωτόγονη, διαθέτει λιγοστές ακριβείς λέξεις ικανές να περιγράψουν τις τρομακτικές απεικονίσεις που προκαλούν δέος, τις οποίες αποκαλύπτει στα μάτια μας ο καλλιτέχνης Giger. O Giger κομματιάζει τους ιστούς μας σε λεπτές μικροσκοπικές διαφάνειες έτσι ώστε να προβληθούν στον κόσμο. Σαν με ξυράφι, κόβει το μυαλό μας και το πλάθει έτσι που να πάλλεται πάνω στον καμβά. Είναι ένα alien που καραδοκεί στο σώμα μας αφήνοντας σε αυτό τα αυγά της απορίας. Τυλίγει μεταξωτές κλωστές από κουκούλι κάμπιας γύρω μας και τρυπά βαθιά μέσα στους αδένες της ανθρώπινης ύπαρξής μας.

Giger Anoigma 2

«Βλέπεις περισσότερα από ότι εμείς τα οικιακά πρωτεύοντα θηλαστικά» του είπε κάποτε ο μεγάλος Timothy Leary. Σαν να έχει δημιουργηθεί από ένα άλλο υπερφυές είδος. Ένας μολυσματικός επισκέπτης που λαμπυρίζει με τα εντομοειδή μάτια του μέσα στα όργανα αναπαραγωγής μας. Ο August Kekule Von Stradonits ονειρεύτηκε ένα ερπετό να τρώγει τα ούρα του, έτσι ανακάλυψε τον άνθρακα και άρχισε η χρυσή εποχή της χημείας. Ο Einstein ονειρεύτηκε ότι αιωρούταν σε ένα ανελκυστήρα, έτσι άρχισε να δουλεύει την αρχή της σχετικότητας και κάπως έτσι άρχισε η χρυσή εποχή της κβαντικής φυσικής. Κάπου εδώ καταφτάνει ο Giger. Είναι σαν να έχει ενεργοποιήσει τμήματα του εγκεφάλου του, που ελέγχουν την κυτταρική πολιτική του σώματός μας, τις βιολογικές μας τεχνολογίες, τις μηχανές αμινοξέων μας. Ο Giger γίνεται ο επίσημος φωτογράφος πορτρέτων της σύγχρονης εξωβιολογίας. Η δουλεία του διαθέτει μια βιοεπαναστατική χρονική διάρκεια. – από το ωάριο στον αναπτυγμένο cyborg – που μας ενοχλεί, μας στοιχειώνει. Μας δείχνει καθαρά από πού ερχόμαστε και που πάμε. Ανατρέχει πίσω στις βιολογικές μας μνήμες. Τραβά εμβρυακές μας φωτογραφίες οκτώ μήνες πριν γεννηθούμε. Γυναικολογικά τοπία, ενδομητριακές κάρτες. Πάει ακόμα πιο πίσω, εξετάζοντας τον πυρήνα των κυττάρων μας. Θέλει να μάθει, αναζητεί να μάθει τον κωδικό του RNA μας. Πόσοι από εμάς είναι έτοιμοι να παρατηρήσουν τα RNA μαζικά παραγόμενα κύτταρα και τους ιστούς μας που χωρίς σταμάτημα κλωνοποιούν την αρχιτεκτονική της σάρκας μας. Όπως ο Hieronymus Bosch και ο Pieter Bruegel, ο Giger χωρίς έλεος μας αποκαλύπτει τον αναβολισμό και καταβολισμό της πραγματικότητάς μας. Στους πίνακές του βλέπουμε τους εαυτούς μας σαν έρποντα έμβρυα, σαν όντα με μορφή κάμπιας, προστατευμένα από την μεμβράνη του εγώ μας, περιμένοντας την στιγμή της μεταμόρφωσης και της αναγέννησής μας.

Giger Anoigma 4

Βλέπουμε τις πόλεις μας, τους πολιτισμούς μας σαν κυψέλες εντόμων, σαν αποικίες μυρμηγκιών που κατοικούνται από έρποντα όντα με μορφή κάμπιας. Ο Giger μας δίνει κουράγιο να χαιρετίσουμε τους «εντομικούς» εαυτούς μας. Ο νατουραλιστής Eugene Marais και ο κοινωνιολόγος του πανεπιστημίου Harvard, Edward Wilson, περιγράφουν τις περίπλοκες, μπερδεμένες τεχνικές διαβίωσης της κοινωνίας των εντόμων. Από αυτούς τους εθνολόγους- κοινωνιολόγους μαθαίνουμε ότι οι κοινωνίες των εντόμων, οι τερμίτες για παράδειγμα δημιουργούν με επιτυχία αστικούς πολιτισμούς για περισσότερο από τετρακόσια εκατομμύρια χρόνια. Από αυτά τα κοινωνικά έντομα, τώρα μαθαίνομαι τις στρατηγικές εξέλιξης των ευφυών όντων. Αν θέλουμε το είδος μας, τα ανθρώπινα όντα να εξελιχθούν και να αναπτυχθούν πρέπει να μάθουμε ακριβώς γιατί και πως τα έντομα είναι ανώτερα από εμάς. Τα έντομα έχουν αναπτύξει την τακτική της μεταμόρφωσης, περνάνε μέσα από διάφορα στάδια εξέλιξης και το κάθε στάδιο είναι εξυπνότερο από το προηγούμενο και πιο κινητικό. Χρησιμοποιούν κατανομή της εργασίας σε χρονικού και δομικού τύπου κάστες. Αναπτύσσουν φτερωτές μορφές και εξαπλώνονται σε νέα σημεία του χώρου. Η συλλογική ευφυΐα του αυγού οργανώνει την κυψέλη, την δεξαμενή των γονιδίων, σε μια αρμονική ευέλικτη και πολύμορφη ενότητα – οντότητα.

giger251

 

Η Δική μας Μετάλλαξη

Η εποχή των δικών μας πόλεων τελειώνει. Σίγουρα κανένα ελεύθερο, ευφυές άτομο, των μητροπόλεων του κόσμου, δεν θέλει να περάσει τη ζωή του σαν ένας υποχθόνιος σκιερός αρουραίος, ο οποίος τρέχει ανάμεσα σε σκαμμένους, γεμάτους υπόγεια τούνελ δρόμους. Κάθε κάτοικος πόλης είναι ένα εμβριονικό, ίδιο με ένα ωάριο γυμνοσάλιαγκα, το οποίο περιμένει να μεταμορφωθεί σε ένα πολύχρωμο δημιούργημα που πετάει ψηλά. Ποιος από εμάς δεν θα το ήθελε; Μας αρέσει η όχι είμαστε όλοι εντομοειδείς εξωγήινοι οι οποίοι τρυπώνουμε μέσα στα αστικού τύπου σώματα μας. Και όλα αυτά τα σαρκώματα του Giger, οι μικροσκοπικές του διαφάνειες, αποτελούν σήματα για τη δική μας μετάλλαξη. Κάτοικοι των πόλεων συναγερμός! Ήρθε η ώρα να εξελιχθούμε! Κάποτε πρέπει να σταματήσουμε να χτυπιόμαστε σαν μικρά νεκροζώντανα κοχύλια και να σερνόμαστε σαν κάμπιες μέσα στο σκοτάδι των ίδιων των μητροπολιτικών μας ιστών.

Giger Machine

Η τέχνη του Giger διαφωτίζει τη βιολογική μας ευφυΐα ρίχνει φως στις σκοτεινές σπηλιές των ίδιων μας των πόλεων. Το γενετικό σημάδι είναι ξεκάθαρο, συρθείτε έξω από τα τούνελ των πόλεων, εκθέστε το χλωμό μεμβρανοειδές σώμα σας στον ήλιο και τον ουρανό. Ξεδιπλώστε τα ένδοξα μεταξωτά φτερά σας, βγείτε με κόπο έξω στην επιφάνεια του πλανήτη και πετάξτε ψηλά στο Διάστημα. Η εξελεγκτική ευφυΐα του Giger, ενώ από τη μια μας οδηγεί πίσω στην ιστορία, βαθιά μέσα στο εντομόιδες παρελθόν των βάλτων και της χλωρίδας, από την άλλη μας εκτοξεύει μπροστά προς το διάστημα, με μια προοπτική εντελώς μεταγήινη. Μας διδάσκει πως να αγαπάμε τα ερποειδεί, βδελυρά, εμβριονικά, εντομοειδεί, σώματα μας ώστε να μπορέσουμε να τα μεταμορφώσουμε.

giger_deathbearingmachine_III

ΟΙ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ

Ο Giger φεύγει από την μικρή Ελβετική πόλη της Chur, των Βισονικών Άλπεων μέσα από τα κρυφά θέρετρα για σκι των Φλιντς, ψιλά στα γκρίζα και λευκά όρη και μέσα από τις εξαιρετικής ομορφιάς κοιλάδες και τους φλαμανδικούς καταρράκτες στην Σέεν, περνά από τη λίμνη Μάρτιν και από εκεί απέναντι μακριά στα σύνορα προς τη Ζυρίχη όπου επί τέσσερα χρόνια σπουδάζει τις μυστικές διδασκαλίες της σχολής εφαρμοσμένων τεχνών στην πόλη της Ζυρίχης. Εκεί το 1966, πρωτογνώρισε τη Λι που σπούδαζε υποκριτική σε κάποια σχολή στη Ζυρίχη, μια όμορφη κοπέλα που συνδέθηκε μαζί του για το υπόλοιπο της ζωή της και ήταν σύζυγός του έως και τον θάνατό της το 1975. Κάποια στιγμή η Λι έχασε κάθε ενδιαφέρον για την υποκριτική και άνοιξε δική της γκαλερί, όπου ανέβαζε εκθέσεις των Manon, Pfeiffer και Klauke, καθώς και του ζωγράφου «μύθου» της εποχής Schuhwerke (shoe works). Αυτή την έκθεση ο Giger τη βιντεοσκόπησε την ημέρα των εγκαινίων φορώντας στα πόδια του αντί για παπούτσια, δύο φρατζόλες ψωμί από τις οποίες είχε αφαίρεση την ψίχα.

Ο Giger κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να δώσει μία μικρή συνέντευξη για το φιλμ «Necronomicon», το 1976, λίγο πριν ο πατέρας του πεθάνει. Η συνέντευξη άρχιζε ως εξής: «Με εξέπληξε ότι έφερα στη ζωή έναν καλλιτέχνη. «Μη επικερδής» – αυτή ήταν η γνώμη του πατέρα του για την τέχνη. Πίστευε πως με τη Σύγχρονη Τέχνη δεν μπορεί να κερδίσει κανείς τα προς το ζην. Στο σχολείο ο υιός Giger δεν είχε καλούς βαθμούς, έτσι στην ηλικία των 18 ετών τον έστειλαν να μαθητεύσει κοντά σε κάποιον αρχιτέκτονα. Στην Chur, στην Ελβετία, εκείνη την εποχή η λέξη καλλιτέχνης ήταν συνώνυμο της κατάχρησης, οινοποσία, ακολασία και χάσιμο χρόνου.

giger_csg048

Ο πατέρας του ένας έντιμος και ιδιαίτερα εσωστρεφής άνθρωπος, βοηθούσε καθέναν που αντιμετώπιζε δυσκολίες και είχε κερδίσει τον σεβασμό ως φαρμακοποιός – ήταν ακόμα πρόεδρος της Ένωσης Φαρμακοποιών και της Υπηρεσίας Διάσωσης των Άλπεων. Το φαρμακείο του πατέρα του είχε από χάπια μέχρι και βδέλλες και η δουλειά του μικρού Giger ήταν να κάνει διανομές φαρμάκων και διαφόρων υλικών με το ποδήλατό του στους γιατρούς της περιοχής. Ο πατέρας του ήταν εξουσιαστικός αλλά συνάμα και ευγενικός άνθρωπος, δεν τον είχε χτύπησε ποτέ. Μία φορά μονάχα έτυχε να εκνευριστεί τόσο πολύ που πραγματικά τον φοβήθηκε. Ο δρόμος δίπλα στο φαρμακείο ήταν σκαμμένος για μια εγκατάσταση ηλεκτρικών καλωδίων. Με το πέσιμο της νύχτας μάζεψε στο υπόγειο του φαρμακείου ένα δίμετρο καλώδιο από χαλκό, με μολυβένια θήκη και δέσιμο από στρώμα πίσσας. Αφού πρώτα έκαψε την πίσσα και μετά έλιωσε το μολύβι, προσπάθησε να το μεταμόρφωσε σε όπλο. Έπειτα πήρε ατσάλι που βρήκε στο φαρμακείο και το οποίο φαινόταν ιδανικό για την κατασκευή σφαιρών και το έριξε σε καλούπια από κερί. Δυστυχώς είχε διαλέξει σαν τόπο εργασίας το κελάρι που βρισκόταν κάτω από το φαρμακείο, το οποίο δεν είχε παράθυρα για εξαερισμό. Εντελώς απορροφημένος από τη δουλειά του-όπως ένας βοηθός αλχημιστή- και μετά από ώρες που έλιωνε το μολύβι και έκαιγε την πίσσα, άκουσε ξαφνικά τη φωνή του πατέρα του. Ποτέ άλλοτε δεν τον είχε ακούσει να φωνάζει τόσο επίμονα. Είδε μία άσπρη μπλούζα φαρμακοποιού να ορμά καταπάνω του μέσα από σ’ ένα παχύ σύννεφο καπνού που θύμιζε το νέφος του Λονδίνου στα έργα του Εdgar Wallace. Έτρεξε στα γρήγορα να γλιτώσει από τις κακές διαθέσεις του πατέρα του, ενώ πίσω του ακουγότανε απανωτές εκρήξεις. Ο Giger μετά από το περιστατικό αυτό κρυβόταν επί δύο μέρες, ενώ η οικογένεια προσπαθούσε με κάθε διαθέσιμο μέσον να καθαρίσει το φαρμακείο. Όταν ο πατέρας του –που στην αρχή νόμισε πως το φαρμακείο έπιασε φωτιά- συνειδητοποίησε ότι ο γιος του ήταν ο ένοχος, ο φόβος του μετατράπηκε σε οργή. Το γραφείο, η αποθήκη, το ντουλάπι που φύλαγε τα δηλητήρια, όλοι οι χώροι με τα χιλιάδες φιαλίδια – όλα ήταν μαύρα, όλα είχαν καλυφθεί από μία κολλώδη, λιπαρή μεμβράνη. Ίσως αυτές οι αναμνήσεις των αλχημιστικών του δραστηριοτήτων είναι που επηρέασαν τις εικόνες του…

giger_0221-620x432

Έπειτα από πολλές ώρες δουλειάς, με όλη την οικογένεια και τους υπαλλήλους κατάφεραν να βάλουν τα πράγματα σε μια τάξη. Όταν ο πατέρας του τον αντίκρισε -που εν τω μεταξύ είχε ανησυχήσει τρομερά για τον γιο του-και είδε ότι ήταν καλά, ο Giger ένιωσε ότι θα προτιμούσε να τον έβρισκε μισοπεθαμένο ή τουλάχιστον καλυμμένο με αίματα!

Giger Zenomorg Alien

ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ

Ως παιδί ο Giger είχε κάθε διάθεση να εντυπωσιάσει το γυναικείο φύλο, είτε με τις εκκεντρικές του ενασχολήσεις, είτε με το να δημιουργεί φαντασιακούς ονειρικούς κόσμους που θα έκαναν τις γυναίκες να δείξουν ενδιαφέρον και κάποια περιέργεια. Ελκυόταν από γυναίκες που ήταν μεγαλύτερές του. Στην πόλη της chur, σε κάποια πλατεία υπήρχε το σχετικό λούνα πάρκ, εκεί μεταξύ των άλλων υπήρχε και το τραίνο του τρόμου. Αυτό του προσέφερε μια μεγάλη ευκαιρία να αξιοποιήσει τις δυνατότητες του, μεταξύ των άλλων όμως να προσελκύσει και γυναίκες. Παρ’ όλου που ήταν μικρό παιδί ακόμα, βοηθούσε να κατασκευάζουνε διάφορα μυστηριακά πράγματα, κατάφερε να μάθη όλα τα μυστικά του τρόμου – και ταυτόχρονα να πλησιάσει κοντά στα υποκείμενα των φαντασιώσεών του. Οι αρχικές ερωτικές του φαντασιώσεις, εκπληρώνονταν μπροστά στα μάτια του μια φορά το χρόνο, κατά τη διάρκεια των τριών εβδομάδων της γιορτής του καρναβαλιού της πόλης.

Giger The Alien

Η επιστροφή στην κανονική μετέπειτα ζωή τον βύθιζε σε μελαγχολία. Άλλα σύντομα βρέθηκε υποκατάστατο. Στο σπίτι του πατέρα του όπου υπήρχε και το φαρμακείο, υπήρχε ένας τεράστιος μακρύς διάδρομος, λες και ήταν φτιαγμένος για να δημιουργήσει τους δικούς του μαγικούς διαδρόμους, τις σήραγγες του τρόμου. Έστησε εκεί λοιπόν με τη βοήθεια φίλων του μια σήραγγα τρόμου. Η σήραγγα είχε μια μονάχα διαδρομή, μετά την είσοδο το βαγόνι πορευόταν δια μέσου μιας διπλής φουρκέτας που έστριβε σε μια ταλαντευόμενη πόρτα, η οποία ήταν κομμένη και ανοιχτή στο μπροστινό μέρος που θα περνούσε το βαγόνι και ακολούθως αυτή επανερχόταν στην αρχική της θέση μέσω ενός ελάσματος. Ο σκοτεινός διάδρομος ήταν γεμάτος με σκελετούς, τέρατα, και πτώματα από χαρτόνι και πλαστικό. Τις χαμηλής τάσης λάμπες μπαταρίας που φώτιζαν το χώρο, τις είχε κλέψει από τα παρκαρισμένα στους δρόμους ποδήλατα και τις είχε βάψει σε διάφορα χρώματα για να πετύχει ένα αέρινο και στοιχειωμένο φως.

Τα φαντάσματα στο χώρο – κατακρεουργημένοι, κρεμασμένοι, και νεκροί που σηκώνονταν μέσα από τα φέρετρά τους- ήταν πλαισιωμένα από διάφορους φίλους του, που βοηθούσαν να γίνει το θέαμα ακόμα πιο αληθοφανές, ενώ ταυτόχρονα συνόδευαν με διάφορους κατάλληλους ήχους το όλο εγχείρημα. Αρκετές είναι οι κοπέλες που θα θυμούνται για χρόνια, ίσως καλύτερα και από τον ίδιο, αυτούς τους διαδρόμους. Ήταν αρκετά αμήχανος και ντροπαλός και δεν τολμούσε να αγγίξει τις κοπέλες τις οποίες έσπρωχνε με το καρότσι στην κόλαση του τρόμου που είχε δημιουργήσει. Οι μεταμφιεσμένοι με μάσκες βοηθοί του γινότανε κάθε φορά και καλύτεροι, έτσι βάλανε και εισιτήριο 5 σέντς. Ένιωσε πως η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν όταν κατάφερε να «ρίξει» μια μεγαλύτερή του κοπέλα. Δυστυχώς γι’ αυτόν αυτή του η επιτυχία ήταν μια από τις σπάνιες της παιδικής του ηλικίας. Όταν αποφάσισε να εμβαθύνει περισσότερο στην τέχνη του τρόμου, ο Giger άρχισε να δανείζεται και να διαβάζει βιβλία του Karl May και του Edgar Wallace. Mελέτησε διάφορα θρίλερ που βασιζότανε σε κέρινα ομοιώματα, καθώς και το φάντασμα της όπερας του Gaston Leroux’s. Μετά από αυτό το συναρπαστικό διάβασμα, το τραίνο φάντασμα του φαινόταν πλέον πρωτόγονο. Έτσι ξεκίνησε την κατασκευή στον πάνω όροφο του διαμερίσματός τους, ενός χώρου που θα το ονόμαζε το «μαύρο δωμάτιο», χώρος κατάλληλος για Jazz συγκεντρώσεις και για αποπλανήσεις κοριτσιών.

Giger 3 Alien

ΔΟΚΙΜΑΣΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ ΣΟΥ «ΧΤΥΠΑ ΤΟΝ ΛΟΥΚΑ»

Η κατασκευή αυτής της μηχανής που ονομάστηκε «χτύπα τον Λουκά» ήταν από τις πιο δημοφιλείς στο φεστιβάλ της πόλης Chur. Ήταν κατασκευασμένη από ξύλο, περιελάμβανε ένα μάνδαλο που αν το χτυπούσες με μια βαριοπούλα η κάποιο βαρύ αντικείμενο αυτό αντίστοιχα χτύπαγε ένα βάρος και το εκτόξευε τέσσερα μέτρα περίπου ψηλά που με τη σειρά του χτύπαγε ένα καμπανάκι που βρισκότανε στο ψηλότερο σημείο της κατασκευής. Σε μια ζωγραφιά που έκανε το 1986 ο Giger υποσυνείδητα ίσως την συσκευή αυτή την συνδύασε με μια γκιλοτίνα. Αυτή η κατασκευή είναι συνυφασμένη με την ιστορία της νιότης του Giger, στην πόλη που πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Εκεί και κατά τη διάρκεια των καρναβαλικών εορτών γινότανε και ένας αγώνας με βάση αυτή την κατασκευή, οι διαγωνιζόμενοι αναμετριότανε ποιος θα καταφέρει να χτυπήσει πιο δυνατά το καμπανάκι, την χρονιά εκείνη έτυχε η αδερφή του να καταγράφει τις επιδόσεις των συμμετεχόντων. Η χρονιά συνδέθηκε με ένα μεγάλο σκάνδαλο που σημάδεψε την ιστορία της μικρής ήσυχης πόλης τους. Η αδερφή του, καθώς και όλοι όσοι συμμετείχαν στο φεστιβάλ, όπως και ο μισός πληθυσμός της πόλης αρρώστησε από μια τροφική λοίμωξη. Αιτία τα βραστά λουκάνικα που είχαν καταναλώσει και που είχαν προμηθευτεί από το πιο γνωστό κρεοπωλείο που ο ιδιοκτήτης του ήταν ένας κοκκινομάλλης κύριος με το όνομα Λουκάς.

Το σκάνδαλο αυτό όπως ήταν φυσικό σατιρίστηκε την επόμενη χρονιά στη διάρκεια των εκδηλώσεων. Μάλιστα υπήρχε και ένα άρμα κατασκευή του Giger που ονομάσθηκε «χτύπα τον Λουκά». Στη θέση όμως του βάρους που εκτοξευότανε για να χτυπήσει το καμπανάκι ήταν ένα μεγάλο πιρούνι και στη θέση που βρισκόταν το καμπανάκι τοποθετήθηκε ένα τεράστιο λουκάνικο. Κάθε φορά που το πιρούνι τρυπούσε το λουκάνικο μια ποσότητα νερού κατάβρεχε τους τριγύρω. Αυτό έμεινε αξέχαστο στην περίοδο των εορτών, ο χασάπης δε ο Λουκάς εκνευρίστηκε τόσο πολύ που έστειλε τους βοηθούς του να καταστρέψουν το άρμα. Τελικά το άρμα συμμετείχε μισοκατεστραμμένο στην τελική παρέλαση, δύο άλογα το έσερναν, το πιρούνι κρεμότανε κυριολεκτικά και το λουκάνικο -ένα σχισμένο άδειο δέρμα- με μια κόκκινη περούκα σερνότανε κάτω. Όλοι οι παρευρισκόμενοι βάζοντας την φαντασία τους προσπαθούσαν να καταλάβουν πως δούλευε η κατασκευή..

GIGER SKeleton

Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ

Το 1959 σκίτσαρε την πρώτη του δουλειά για δύο αντεργκράουντ περιοδικά, τα Clou και Hotcha τα σκίτσα ονομαζότανε Atomkinder (Nuclear Children). Από αυτή τη δημοσίευση δεν είχε οικονομικές απαιτήσεις, αλλά το έκανε για προσωπική ευχαρίστηση, τον βοήθησε βέβαια στο ξεκίνημα της καριέρας του και το όνομά του γράφτηκε στον τηλεφωνικό κατάλογο της περιοχής ως σχεδιαστής χώρων. Αυτό έφερε μια ικανοποίηση στο σπίτι του, ιδιαίτερα στον πατέρα του, που έβλεπε το γιο του σε κάποιο ξεκίνημα. Τα επόμενα χρόνια κανείς δεν τον ενόχλησε από αυτή την καταχώρηση, αυτό ήταν περισσότερο ικανοποίηση παρά δυσφήμηση για τον μελλοντικό καλλιτέχνη.

Το 1966, εμπνευσμένος από τα όνειρα του, άρχισε να τραβάει μια σειρά καλλιτεχνικών φωτογραφιών. Εκείνη την εποχή, ο Giger κοιμόταν πολύ άσχημα και τον «κυνηγούσαν» πάντοτε εφιάλτες. Στο σπίτι τους, στο σπίτι των γονιών του, και κάπου στο κλιμακοστάσιο υπήρχε ένα κρυφό παράθυρο, αυτό το παράθυρο οδηγούσε στο εσωτερικό ενός ξενοδοχείου που ήταν κολλητά στο σπίτι τους. Το ξενοδοχείο ονομαζόταν Τhree Kings.

Το παράθυρο ήταν πάντα σκεπασμένο με μια βρόμικη βαριά καφέ κουρτίνα. Στα όνειρα του Giger, η στις νυχτερινές περιπλανήσεις του αυτό το παράθυρο ήταν πάντα ανοιχτό εκεί έβλεπε γιγάντιους απύθμενους φωταγωγούς πλημμυρισμένους με ένα ξεθωριασμένο κίτρινο φως. Κατά μήκος των τοίχων σε αυτούς τους φωταγωγούς υπήρχαν απότομες επικίνδυνες σκάλες χωρίς καθόλου χειρολαβές, και τα σκαλοπάτια σε πήγαιναν βαθιά σε μια άβυσσο που χασμουριότανε έτοιμη να σε καταπιεί. Από τότε που άρχισε να ζωγραφίζει τα τεράστια αυτά χάσματα το παράθυρο αυτών των ονείρων έμεινε κλειστό και σφηνωμένο. Άλλη μια πηγή των φαντασιώσεών του ήταν η κάβα στο υπόγειο του σπιτιού τους. Την προσέγγιζε κατεβαίνοντας μια πέτρινη μουχλιασμένη ελικοειδή σκάλα, αυτή οδηγούσε σε ένα αψιδωτό διάδρομο. Ο γείτονας – ιδιοκτήτης του διπλανού ξενοδοχείου- ενημέρωσε τον Giger ότι υπήρχαν στην πόλη δύο υπόγεια τέτοια τούνελ που οδηγούσαν από το παλάτι του επισκόπου υπογείως μέχρι έξω από την πόλη. Ο διάδρομος της κάβας του σπιτιού τους ενωνότανε κάπου με ένα από αυτά τα τούνελ. Υπήρχε μάλιστα κάποια έξοδος από το τούνελ σε έναν δρόμο της πόλης, κάποιοι γνώριζαν αυτή την πρόσβαση μάλιστα αν ήταν λίγο τολμηρός κάποιος μπορούσε να εισχωρήσει σε αυτόν και σε αρκετά μέτρα βάθος, αργότερα η πρόσβαση αυτή χτίσθηκε για να αποφευχθούν διάφοροι κίνδυνοι. Ο Giger πρόλαβε να δει μόνο την κλειδωμένη πόρτα της κάβας η οποία τον ενέπνευσε στις πιο τολμηρές και φοβιστικές του φαντασιώσεις. Στα όνειρά του όμως αυτοί οι διάδρομοι ήταν ανοιχτοί και τον οδηγούσαν σε έναν τρομερό λαβύρινθο όπου τον περίμεναν όλα τα είδη κινδύνων που ήταν στημένοι εκεί περιμένοντάς τον. Κάθε όνειρο τον οδηγούσε κάτω στην ελικοειδή πέτρινη σκάλα μέσα σε αυτό τον μαγικό κόσμο της φαντασίωσης, έναν κόσμο που ταυτόχρονα τον έλκυε αλλά και το φόβιζε.

Giger 3 Alien Giger Geros

Η ΠΡΩΤΗ ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΤΗΣ CHUR

Στην πρώτη του διάλεξη, που είχε σαν θέμα την ιστορία του ρεβόλβερ, στάθηκε απροετοίμαστος μπροστά στην τάξη με τους μαθητές γνωρίζοντας μόνο ότι η λέξη ρεβόλβερ προέρχεται από το λατινικό «revolvere» που σημαίνει κάτι που κυλάει. Ο Samuel Colt ήταν ο εφευρέτης αυτού του εξάσφαιρου πιστολιού με κινούμενο μύλο έτσι που μπορούσε να αυτό καθαρίζεται. Η διάλεξη ήταν σύντομη, αμέσως μετά έβγαλε από έναν σάκο που είχε φέρει μαζί του την συλλογή με τα πιστόλια του –είκοσι διαφορετικά πιστόλια και ρεβόλβερ- και τα διένειμε στους μαθητές. Η πρώτη κίνηση των μαθητών ήταν να στοχεύσουν ο ένας τον άλλον. Ο καθηγητής της τάξης χλόμιασε και μάταια προσπαθούσε να μαζέψει από τα χέρια τους τα επικίνδυνα εκείνα αντικείμενα. Ήταν η πιο σύντομη διάλεξη που έκανε ποτέ. Πιτσιρικάς στην ηλικία των οκτώ χρόνων είχε εντυπωσιαστεί πάρα πολύ από ένα πιστόλι μάουζερ που είχε στην κατοχή του ο πατέρας του. Τα όπλα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα γιατί βλέποντάς τα δεν καταλαβαίνει κάποιος αν είναι οπλισμένο η αν σε ένα ρεβόλβερ υπάρχει ξεχασμένη μια σφαίρα. Το 1984 μετά από τριάντα χρόνια αποχής από τα όπλα ο Giger αγόρασε για τον εαυτό του ένα ρεβόλβερ, εφόσον την προηγούμενη βραδιά είχε εφιάλτες. Πριν λίγα χρόνια σχεδόν πυροβολήθηκε από έναν άγνωστο στο δωμάτιο του, στο Λος Άντζελες, όπου ζούσε ως πρόσφατα. Οι στατιστικές στην Αμερική λένε πως οι τέσσερις στους πέντε που κατέχουν όπλα αυτοπυροβολούνται και τραυματίζονται θανάσιμα.

engineer_ship_takingoff_prometheusmovie ancient_gods_paradise

Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΠΟ ΕΛΑΣΜΑΤΑ ΤΙΡΑΝΤΩΝ

Ένα από τα πάθη του ήταν οι συλλογές, η συλλογή από ελάσματα που χρησιμοποιούνται για να προσδένονται τα παντελόνια με τις τιράντες ήταν μια από τις αγαπημένες του ήταν μια ψύχωση. Κάτι που υποσυνείδητα είχε συνδέσει στο νου του με τη σιχασιά που ένιωθε για τα φίδια και τα σκουλήκια. Αυτά τα ελάσματα κατασκευασμένα από λαστιχάκια και επενδυμένα από μεταξωτό ύφασμα σε διάφορα χρώματα και μεγέθη υπήρξαν η εμμονή του. Ο Giger τα έβλεπε με μια μανία καταστροφής, ήθελε να τα ξηλώσει, να τα καταστρέψει, ίσως από την μανία του να σκοτώνει τα φίδια. Αυτό που τον εξίταρε όμως περισσότερο ήταν όταν αυτά τα ελάσματα ήταν μισοξηλωμένα, το κάλυμμά τους είχε φθαρεί αφήνοντας να φαίνονται τα λαστιχάκια από μέσα του τα οποία ήταν έτοιμα να σπάσουν και να αφήσουν τα παντελόνια να πέσουν κάτω. Αντάλλασσε αυτά τα ελάσματα από λάστιχο δίνοντας χρήματα στους συμφοιτητές του να αγοράσουν καινούργια. Τα μικρά αυτά αντικείμενα της συλλογής του τα παρομοίαζε με τσακισμένα σκουλήκια και φίδια, σχεδόν νεκρά, που χωρίς επιτυχία προσπαθούν να σύρουν τα κορμιά τους σε ασφάλεια. Πολύ αργότερα είχε μια ακόμη πιο δυσάρεστη εμπειρία με σκουλήκια σε ένα ταξίδι του στο νησί του Αγίου Μαυρικίου. Εκεί οι εφιάλτες του είχαν σχέση με τα διαφανή σκουλήκια της θάλασσας που είναι πέντε πόδια μακριά και με διάμετρο στις δύο ίντσες.

Στην ακρογιαλιά, σχεδόν άψυχα, σαν σύριγγες, τσαλακωμένα σε μερικά σημεία, σαν μεταχειρισμένα προφυλακτικά, είχαν κατά μήκος ενισχυτικούς κύκλους. Επίσης είχα κάποιο άνοιγμα στην μια τους άκρη και διαστελλότανε ή συστελλότανε ρυθμικά και απαλά καθώς παίρνανε τροφή από το νερό. Εκεί στο νησί μια νύχτα αποφάσισε να κολυμπήσει το βράδυ, οι φίλοι του δεν τον ακολούθησαν, μη έχοντες διάθεση και έτσι κολύμπησε μόνος του με την πλάτη ανάσκελα στα ρηχά. Νόμιζε πως κολυμπούσε ανάμεσα στα φύκια Την επόμενη. όμως, μέρα κατάλαβε πως κάθε άλλο παρά φύκια ήταν αυτά που κολυμπούσε ανάμεσά τους. Ήταν διάφανα σιχαμερά σκουλήκια. Από εκείνη την μέρα και μετά έβλεπε παντού μόνο σκουλήκια. Στη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος σερβιρίστηκε σούπα λαχανικών, πριν αρχίσει κανείς να τρώει, ο Giger άρχισε επιδεικτικά να ψάχνει μέσα στη σούπα του με το κουτάλι του. Το αποτέλεσμα ήταν οι συνδαιτυμόνες του να μην αγγίξουν τη σούπα. Ο Giger είχε πετύχει έναν θρίαμβο, η σούπα έμεινε ανέγγιχτη, όχι μόνο στο τραπέζι του, αλλά και ολόκληρο το ξενοδοχείο.

xenomorph_by_roydante-d49dc63

Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ALIEN

To 1958 συνεργάστηκε με ανθρώπους του κινηματογράφου και αμέσως μετά κυκλοφόρησαν οι πρώτες δουλειές του σε αφίσες. Έκανε την πρώτη του έκθεση στη Ζυρίχη και προκάλεσε αναστάτωση και ποικίλα σχόλια στους εικαστικούς κύκλους. Τη δεκαετία του ’70 αρχίζει να χρησιμοποιεί αερογράφο σε έργα τεραστίων διαστάσεων. Η δουλειά του διακρίνεται για την τελειότητα, την τρομακτική λεπτομέρεια και το μυστηριακό ερωτικό ύφος. Οι εμμονές του Giger με τα φίδια, τα σκουλήκια, τα διάφορα έντομα, τα σκοτεινά τούνελ, και πολύ περισσότερο με το ανθρώπινο σώμα, τις εκκρίσεις των σωμάτων, τα γενετικά όργανα, το πέος που προσπαθεί να εισβάλει στο γυναικείο κορμί, το βλεννογόνο του γυναικείου κόλπου αποκαλύπτονται «ξεδιάντροπα» στα έργα του. Φοβερή είναι η σειρά από πίνακες τους οποίους δημιούργησε εμπνεόμενος από τα απορριμματοφόρα της Κολονίας, καθώς έβλεπε τους υπαλλήλους να τοποθετούν τους κάδους απορριμμάτων στη σχισμή του οχήματος. Κάπου εκεί τον ανακαλύπτει ο Ridley Scott. Βλέποντας τα έργα του Giger για το Necronomicon, κατάλαβε ποιος θα έπρεπε να είναι ο σχεδιαστής των εξωγήινων τεράτων για την ταινία του.

Ξεκινά τη συνεργασία για την πρώτη σειρά των Alien, επί τρεις συνεχείς μήνες ζωγραφίζει χιλιάδες εικόνες και πολλά από τα γλυπτά της ταινίας. Αμέσως μετά, τον καλούν στην Αγγλία να αναλάβει την ευθύνη για το ντεκόρ στο shepperton studio. Η δόξα και η καταξίωση για τη δουλειά του έρχεται το 1980, με την απονομή του Όσκαρ από την Αμερικάνικη Ακαδημία. Το 1990, όταν τον ξανακαλούν σε συνεργασία για το Alien 3 και οι υπεύθυνοι παραγωγής του ζητούν να σκεφθεί καινούργιες ιδέες για τις υδρόβιες φιγούρες των Alien, η πρότασή του για μια φιγούρα κομψού φονικού θυλάκου απορρίπτεται. Στο μεταξύ, η παραγωγή υιοθετεί προτάσεις άλλων σχεδιαστών και αυτό φέρνει σε ρήξη τον Giger με τους υπευθύνους. Ο Giger υποστηρίζει πως δεν έχουν δικαίωμα να αλλάξουν τις ιδέες του, το δημιούργημά του, αλλά δεν εισακούεται. Παρά τις διαμαρτυρίες του, το όνομά του παραβλέπεται ακόμα και στα credits της ταινίας ως αρχικού εμπνευστή της σειράς. Καθώς τα γράμματα διαμαρτυρίας προς την 20th Century Fox δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο Giger μέσα από την ιστοσελίδα του στο internet παρότρυνε τους φίλους και θαυμαστές του να κατακλύσουν με γράμματα αγανάκτησης την εταιρεία. Ως πρόσφατα ζούσε στην Καλιφόρνια όπου εδρεύει και η εταιρεία του μέσω της οποίας προωθεί τα έργα του και τη δουλειά του. Η διεύθυνση της στο internet είναι http://www.giger.com

prometheus_unused_poster_08 prometheus-mondo-poster

Περιοδικό ΖΕΝΙΘ:http://www.zenithmag.wordpress.com

 

GILBERT & GEORGE, ΤΟ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

GILBERT & GEORGE

ΤΟ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

 

 

Γράφει η ΕΥΑ ΚΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΥ

 

 

Ένας παροξυσμός αντιθέσεων, ετερόκλητες εικόνες της σύγχρονης πραγματικότητας των Δυτικών κοινωνιών, παρουσιάζονται στα μνημειώδη φρέσκα των Gilbert & George, στα μοναδικά έγχρωμα ή ασπρόμαυρα φωτογραφικά κολάζ, τα οποία διατρέχουν λεξικές παρεμβάσεις-αφορισμοί.

Το προκλητικό δίδυμο των δανδήδων «τριγυρίζει» το πλανητικό χωριό, επί δεκαετίες, αφυπνίζοντας συνειδήσεις, ιντριγκάροντας τους κριτικούς τέχνης. Τα έργα τους θίγουν θέματα ταμπού, όπως ο ρατσισμός, οι διακρίσεις κατά των μειονοτήτων, η βία, ο αλκοολισμός και η σεξουαλικότητα. Δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν στα έργα τους λέξεις που θεωρούνται «βρώμικες», εικόνες που θυμίζουν θρησκευτικές αγιογραφίες, ακόμη και περιττώματα.

Το ελληνικό κοινό τους γνώρισε το φθινόπωρο του 2001, με την έκθεση τους στο «Εργοστάσιο» της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, στην οδό Πειραιώς, που είχε οργανώσει η Γκαλερί Barnier. Η επίσκεψη στην αθηναϊκή έκθεση ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εμπειρία, ενώ όσοι είχαν την τύχη να ακούσουν τη σύντομη κατά κύριο λόγο επεξηγηματική ομιλία τους στα εγκαίνια, εντυπωσιάστηκαν με την αμεσότητα του λόγου τους.

Μια Τέχνη για Όλους

Γνώριμες φιγούρες του East End, όπου ζουν, διαθέτουν μοναδικό στιλ. Ο ένας είναι ψηλός, ξανθός με γυαλιά, ο άλλος κοντός και καστανός. Μένουν στο γνωστό «Banglatown» της εργατικής τάξης, της περιοχής Spitalfields, σε ένα σπίτι του 18ου αιώνα, γεμάτο αντίκες, βιβλία και έργα ζωγραφικής. Εκεί φυλάσσουν τις συλλογές τους με σπάνια βιβλία και εκδόσεις του 19ου αιώνα για το σεξ, με βικτοριανά βάζα και έργα της εποχής των συμβολιστών, αλλά και με απαγορευτικές πινακίδες!

Οι μορφές τους συχνά πρωταγωνιστούν στα έργα τους. Προτείνουν μία τέχνη για όλους, πιστεύουν ότι η τέχνη μπορεί να υπάρξει παντού.

Η ισότιμη, αρμονική σχέση των δύο καλλιτεχνών βρίσκεται στην «καρδιά» των έργων τους. Κάνοντας τέχνη για τον καθένα, αποδεικνύουν ότι «η ζωή είναι τέχνη και ότι η τέχνη πρέπει να αντλεί τη θεματολογία της από τη ζωή».

Οι ριζοσπαστικές performances τους, γνωστές ως «ζωντανά γλυπτά» προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις τη δεκαετία του 1970. Το πρώτο «ζωντανό γλυπτό», με τον τίτλο «Το Γλυπτό που Τραγουδά» βασίστηκε στην αναβίωση του βρετανικού Μusic Ηall του μεσοπολέμου και παρουσιάστηκε στο Saint Martin’s School of Art, όπου γνωρίστηκαν το 1967. Οι δύο νεαροί καλλιτέχνες βαμμένοι από την κορυφή ως τα νύχια με χρυσή μεταλλική μπογιά, στέκονταν όρθιοι για ώρες επάνω σε ένα τραπέζι και μιμούνταν μία ηχογράφηση του «Underneath the Arches» των Flanagan και Allen.

Η συνάντηση τους έμελλε να είναι καθοριστική. Είναι η εποχή του μινιμαλισμού και της ελιτίστικης εννοιολογικής τέχνης και το τρομερό δίδυμο αποφασίζει να πάει κόντρα στο ρεύμα. H ιστορική performance του 1969 με τον τίτλο «Τhe Meal» είχε ως πρωταγωνιστές το ζωγράφο David Hockney και το σερβιτόρο της βασίλισσας Μαργαρίτας.

Οι performances τους ενεργοποιούν συναισθήματα, τα οποία η τέχνη της αφαίρεσης αφήνει ανέγγιχτα. Αποφοιτούν από το κολέγιο, αλλά δεν έχουν στούντιο για να δουλέψουν. Η ανάγκη τους να επικοινωνήσουν με το κοινό τους κάνει να ταχυδρομούν έργα-γλυπτά. Δηλώνουν για εκείνη την εποχή «δεν είχαμε γκαλερί, μόνο τους εαυτούς μας!».

 
Μετατοπίζοντας τα Όρια

Ο Gilbert Proesch γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1943 στους Δολομίτες της Βόρειας Ιταλίας. Εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο μετά τις σπουδές του στο Μόναχο, στην Ακαδημία του Κunst, γνωρίζοντας λιγοστά αγγλικά.

Ο George Passmore γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου του 1942 στο Ντέβον της Βρετανίας. Η οικογένεια του ζούσε στα όρια της επιβίωσης –ο ίδιος συνηθίζει να λέει πως δεν είχαν καν τουαλέτα στο σπίτι– όμως το πείσμα και το ταλέντο του τον έκαναν να σπουδάσει πρώτα στο Dartington Hall College of Art και στη συνέχεια στο Oxford School of Art.

Η αισθητική και κάθε εμφάνιση τους, αποτελεί από τη δεκαετία του 1960 μέχρι και σήμερα «fashion statement». Αν και τα πρώιμα έργα τους είναι κατά κύριο λόγο τα «ζωντανά γλυπτά» πολύ σύντομα αναζητούν και άλλους τρόπους έκφρασης. Αναζητούν τρόπους να κάνουν το θεατή να αντιδράσει, τον εκπαιδεύουν να είναι ανεκτικός απέναντι σε κάθε τι το διαφορετικό. Πειραματίζονται με το βίντεο, τη φωτογραφία, τη ζωγραφική για να καταλήξουν στα έγχρωμα ή ασπρόμαυρα φωτογραφικά κολάζ που τους έκαναν διάσημους. Από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της τέχνης τους είναι οι «Cosmological Pictures», οι οποίες παρουσιάστηκαν σε διάστημα δύο ετών, από το 1991 έως το 1993, σε δέκα διαφορετικά ευρωπαϊκά μουσεία, αλλά και οι «New Democratic Pictures» του 1992.

Ανθρωπιστές, ιδιόρρυθμοι κοσμοπολίτες και ιδεαλιστές οι G & G διαμορφώνουν τα δεδομένα της σύγχρονης τέχνης, μετατοπίζοντας τα όρια όσων θεωρούνται για τους τεχνοκριτικούς αυτονόητα.

 
Μεταμοντέρνοι Χίπηδες ή Καλλιτεχνικοί Φασίστες;

Σήμερα πλέον, προτιμούν να μοιάζουν με «ένα ζευγάρι ηλικιωμένων θείων μέσα σε αυστηρά, συντηρητικά, αλλά πάντα κομψά κοστούμια», τα χρόνια ωστόσο, κατά τα οποία είχαν κατηγορηθεί για… φασισμό δεν είναι πολύ μακρινά.

Τους κατηγόρησαν ως φασίστες, εξαιτίας των πανομοιότυπων κοστουμιών τους, που αποτελούν πλέον για αυτούς κάτι σαν στολή εργασίας που καταργεί κάθε ιδιαιτερότητα, αλλά και λόγω των φιλμ που κινηματογραφούσαν στο East End μεταμφιεσμένοι σε ρομπότ.

Διαλέγοντας όμως να ζουν στην πιο πολύχρωμη και πολυσυλλεκτική γωνιά της βρετανικής πρωτεύουσας, δωρίζοντας συχνά τα έσοδα των εκθέσεων τους σε ιδρύματα, δείχνοντας ενεργό ενδιαφέρον για τα κοινά μοιάζουν περισσότερο με… χίπηδες παρά με φασίστες! Όσο για αυτούς που ασχολούνται με την ιδιωτική τους ζωή επιμένοντας να τους αναφέρουν ως gay ζευγάρι, οι Gilbert & Geοrge τους αποστομώνουν δημιουργώντας και μιλώντας μόνο για την κοινή τους καλλιτεχνική ζωή.

Στη  Biennale της Βενετίας οι G&G εκπροσωπούν τη Βρετανία. Έχουν προηγηθεί δεκάδες εκθέσεις στη Βρετανία, τη Γερμανία, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Ρωσία, τη χώρα μας και τη μητρόπολη της σύγχρονης τέχνης, τη Νέα Υόρκη.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει και το «Μανιφέστο», στο οποίο οι ίδιοι εξηγούν «τι σημαίνει η τέχνη τους». Σημειώνουν λοιπόν ότι επιθυμούν η τέχνη τους να μιλά εκτός των ορίων της γνώσης, να επικοινωνεί άμεσα με τους Ανθρώπους για τη Ζωή και όχι για τις γνώσεις τους γύρω από την τέχνη. Ο εικοστός αιώνας, γράφουν, κουβαλά την κατάρα μιας τέχνης που δε μπορεί να γίνει κατανοητή. Οι καλλιτέχνες αντιπροσωπεύουν τους εαυτούς τους και τους λίγους και εκλεκτούς, γελώντας εις βάρος του «συνηθισμένου» θεατή. Θεωρούμε, καταλήγουν, ότι η σκοτεινή, δυσνόητη, πολύπλοκη τέχνη, η εμμονή της φόρμας είναι μία παρακμάζουσα και σκληρή άρνηση της ανθρώπινης ζωής.

Φέρνοντας στο φως τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης φύσης, παίζοντας με το φόβο, τις αδυναμίες, αλλά και το ψυχολογικό πόνο διασκεδάζουν και τις τελευταίες μας αμφιβολίες για την καλλιτεχνική τους ευφυΐα. Άλλωστε όπως γράφει το μπλουζάκι που μου θυμίζει την έκθεση τους «οι άλλοι πρέπει να αλλάξουν, όχι εμείς!».

 

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ώστε Θες να Γίνεις Συγγραφέας;

ΚΑΝ’ ΤΟ ΜΟΝΟΝ ΌΤΑΝ ΈΧΕΙ ΝΟΗΜΑ…

 


Αν δεν βγαίνει από μέσα σου ορμητικά
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
Αν δε βγει απρόσκλητο
από την καρδιά κι απ’ το μυαλό σου κι απ’ το στόμα
κι απ’ τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
Αν κάθεσαι με τις ώρες
και κοιτάς την οθόνη του υπολογιστή σου
ή σκύβεις σαν καμπούρης πάνω από τη γραφομηχανή σου
ψάχνοντας βασανιστικά τις λέξεις,
μην το κάνεις.
Μην το κάνεις για τα λεφτά
Ή για τη δόξα,
Ας’ το καλύτερα.
Αν το κάνεις γιατί νομίζεις πως θα σου φέρει
γυναίκες ή άντρες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
Αν κάθεσαι εκεί πέρα και
γράφεις ξανά και ξανά τα ίδια και τα ίδια,
μην το κάνεις.
Αν ζορίζεσαι όταν σκέφτεσαι να το κάνεις,
τότε μην κάνεις.
Αν προσπαθείς να γράψεις όπως άλλος,
ξέχνα το.
Ας το καλύτερα.

Αν περιμένεις να βγει μουγκρίζοντας από μέσα σου,
τότε περίμενε υπομονετικά.
Κι αν δεν βγει με βαθύ βρυχηθμό,
κάνε κάτι άλλο.
Αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα σου
ή στην γκόμενά σου ή στον γκόμενό σου
ή στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε άλλον,
δεν είσαι έτοιμος να γίνεις συγγραφέας.

Μην γίνεις σαν τόσους και τόσους γραφιάδες,
μην γίνεις σαν κι αυτούς τους μύριους
που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μην γίνεις κουτός και πληκτικός
και ξιπασμένος,
μην αφήνεις την αυταρέσκεια να σε κατασπαράξει.

Οι βιβλιοθήκες του κόσμου έχουν
πνιγεί στο χασμουρητό
με το σινάφι σου.
Μην προστεθείς κι εσύ σ’ αυτούς.
Μην το κάνεις.
Αν δεν εκτοξεύεται απ’ την ψυχή σου σαν πύραυλος,
Ας το καλύτερα.

Καν’ το μονάχα αν νιώσεις ότι το να μην το κάνεις
Θα σε οδηγήσει στην τρέλα,
στην αυτοκτονία ή στο φόνο.
Αλλιώς, μην το κάνεις.
Αν δεν νιώσεις ότι ο ήλιος μέσα σου
σου καίει τα σπλάχνα,
μην το κάνεις.

Όταν έρθει στ’ αλήθεια η ώρα,
κι αν έχεις το χάρισμα,
θα συμβεί
από μόνο του
και θα συνεχίσει να συμβαίνει
ώσπου να πεθάνεις ή ώσπου να πεθάνει εκείνο.

Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει.
Ποτέ δεν υπήρξε.

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ώστε Θες να Γίνεις Συγγραφέας;

(Mτφ. Σώτη Τριανταφύλλου)

Το Αλαλούμ τη Σύγχρονης Τέχνης

ΤΡΟΜΩΔΕΣ  ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ

Το Αλαλούμ τη Σύγχρονης Τέχνης

 

 

Στον χώρο της σύγχρονης Τέχνης οι κρίσεις, ειδικά οι αρνητικές, δεν γίνονται δεκτές. Είναι σαν το πολιτικώς ορθό, που έχει φιμώσει κάθε διάλογο.

                                                                                    Φ. ντε  Μοντεμπέλλο

 

 

Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΟΣΚΕΛΗΣ

 

 

Πόσες φορές δεν σταθήκατε απορημένοι μπροστά σε κάποιο σύγχρονο «έργο Τέχνης», έχοντας την αλγεινή εντύπωση ότι ο καλλιτέχνης σας δουλεύει; Όταν στη συνέχεια προσφύγατε στο απαραίτητο συνοδευτικό κείμενο κάποιου «κριτικού», αντί να αισθανθείτε «διαφωτισμένοι» αναρωτηθήκατε εύλογα: «Τελικά, υπάρχει σήμερα Τέχνη;». Σε ένα ανέκδοτο στην Ελλάδα βιβλίο με συνεντεύξεις τού Γουίλλιαμ Μπάροουζ, με τίτλο The Job, ο μεγάλος αμερικανός συγγραφέας, μεταξύ άλλων πολλών και θαυμαστών λέει ότι «συμφέρον της Ιατρικής είναι η ύπαρξη της αρρώστιας, συμφέρον των βιομηχάνων είναι το αναλώσιμο και το εφήμερο». Επεκτείνοντας το σκεπτικό του θα λέγαμε ότι συμφέρον των «κριτικών Τέχνης» (;) είναι η ύπαρξη Τέχνης. Αν δεχτούμε ότι η σύγχρονη Τέχνη είναι σκουπίδια, τότε όλοι αυτοί οι «πεφωτισμένοι εξηγητές» χάνουν τον μοναδικό λόγο ύπαρξής τους. Ας θαυμάσουμε κάποιες τέτοιες εμβριθείς «αναλύσεις» του σύγχρονου καλλιτεχνικού Τίποτα, από τους «ειδικούς» του τεχνοκριτικού ιερατείου.

Σε γνωστό δεκαπενθήμερο πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό δημοσιεύτηκε, πριν από λίγο καιρό, κείμενο γνωστού τεχνοκριτικού το οποίο εκθείαζε το σκηνικό που έφτιαξε ο γνωστός «διεθνής καλλιτέχνης» της arte povera  (ή μήπως povera arte;) Γιάννης Κουνέλλης, για την παράσταση τεσσάρων αρχαίων τραγωδιών μέσα σε ένα παλιό εργοστάσιο. Απολαύστε τη βαθυστόχαστη «ανάλυση» του «έργου» του που κάνει ο Κουνέλλης, επικροτούμενος από τον γνωστό τεχνοκριτικό:

Ø               «Το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο της Siemens, όπου πρωτοπαρουσιάστηκαν τα έργα αυτά, συνδέεται με τις οικονομικές ρήξεις του 19ου αιώνα, το κάρβουνο, και τη βιομηχανική επανάσταση. Θυμίζει εντελώς λαϊκή εκκλησία και συνδέεται με τον ανθρωπισμό των νεότερων χρόνων». (Το απάνθρωπο εργοστάσιο-κολαστήριο του 19ου αιώνα, που επικρίθηκε από πλειάδα συγγραφέων και διανοούμενων, «λαϊκή εκκλησία και έκφραση ανθρωπισμού των νεότερων χρόνων»!).

Ø               «Κάνουμε θέατρο για να ξαναμελετήσουμε μια κεντρικότητα στον χώρο, αυτά που χάσαμε και αυτά που μπορούμε να ξανακερδίσουμε από την Τέχνη». (Μάλλον κάνετε θέατρο για να ξανακερδίσετε μια εκκεντρικότητα στον χώρο! Όσο γι’ αυτά που χάσαμε στην Τέχνη – χάρη στις φιλότιμες προσπάθειες ανθρώπων του είδους του Γ. Κουνέλλη– μάλλον δεν πρόκειται να το ξανακερδίσουμε ποτέ!).

Ø               «Δεν θέλησα να κάνω μια σκηνογραφία αλλά ένα πηγάδι. Το πηγάδι της Ιστορίας και της διαλεκτικής της». (Ευχαριστούμε που μας μάθατε – μεταξύ άλλων – ότι η Ιστορία και η διαλεκτική της είναι ένα πηγάδι!).

Ø               «Γιατί ψάχνω στις τέχνες το δράμα που χάθηκε, τις αληθινές σκιές που εξέλιπαν με τις λογικές οργανώσεις και τις προοπτικές». (Το δράμα και οι σκιές στις τέχνες δεν θα χαθούν ποτέ, όσο θα υπάρχουν οι παράλογες οργανώσεις και η έλλειψη προοπτικής του κ.Κουνέλλη!).

Ø               «Τώρα, η αλλαγή της γλώσσας μέσα στο ίδιο το πηγάδι ίσως φτιάξει μια νέα ελευθερία που δεν γνωρίζουμε». (Ουάου! Ανατρίχιασα! Απίθανο! Μεγαλοφυές!).

Ø               «Σε ένα κέντρο και σε ένα κάδρο μπορούμε να είμαστε δραματικά ελεύθεροι». (Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή Κουνέλλης! Και οι έκκεντροι ντανταϊστές που πίστευαν – οι αφελείς – ότι το κάδρο περιορίζει το έργο τέχνης! Για το κέντρο πάντως δεν είπαν τίποτα!).

Ø               «Στην πρότασή μου ο χρόνος συμπλέκεται με τον χώρο». (Να το αναφέρετε αυτό τους ανίδεους αστροφυσικούς, που πιστεύουν ότι ο χρόνος και ο χώρος συνυπάρχουν από καταβολής σύμπαντος Κόσμου, όπως το απέδειξε πριν από εκατό χρόνια ο Αϊνστάιν!).

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να συνεχίσω, για να αποδείξω το αυταπόδεικτο! Επιτέλους, ποιος γενναίος θα ορθωθεί και θα βροντοφωνάξει (όπως στο γνωστό παραμύθι του Άντερσεν): «Ο Βασιλιάς είναι γυμνός!»;

Προσωπικά (και ως μη-εδικός «κριτικός)  πιστεύω τα εξής για την Τέχνη:

1)       Η Μεγάλη Τέχνη δεν χρειάζεται «εξηγητές». Και ο πλέον απαίδευτος θεατής          στέκεται με δέος μπροστά στην αρχαία ελληνική γλυπτική, στην Καπέλλα Σιξτίνα του Μικελάντζελο, στους πίνακες του Ρέμπραντ, του Γκρέκο, του Ντελακρουά, του Γκωγκέν του Βαν Γκογκ, του Νταλί, του Μπέηκον. Η «εξήγηση» μειώνει την Μεγάλη Τέχνη. Κριτήριό της είναι το δέος που νοιώθουμε στο αντίκρυσμά της.

2)       Όλοι οι παλαιότεροι καλλιτέχνες (μέχρι και το 1970) συνόδευαν τουλάχιστον με ένα στέρεο θεωρητικό υπόβαθρο το έργο τους. Ποιος σύγχρονος καλλιτέχνης το κάνει αυτό; Όταν κάποτε ρώτησα κάποιον φίλο ζωγράφο, γνωστό εκπρόσωπο της σύγχρονης αφαίρεσης, για το βαθύτερο νόημα των πινάκων του, μου απάντησε: «Δεν ξέρω, το κάνω γιατί έτσι μου βγαίνει»! Αν δεν κατανοεί ο ίδιος ο καλλιτέχνης το έργο του, πώς περιμένουμε να το κατανοήσει ο θεατής;

3)       Αυτή η ανικανότητα του σύγχρονου καλλιτέχνη να έχει θεωρητικό υπόβαθρο έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ύπαρξη του «κριτικού Τέχνης»(;): το σημαίνον (έργο Τέχνης) χρειάζεται τον λόγο του για να αποκτήσει σημαινόμενο (καλλιτεχνικό περιεχόμενο). (Χρειάστηκε να γράψει ο Λυοτάρ τη Μεταμοντέρνα Κατάσταση για να αισθανθούν αίφνης «μεταμοντέρνοι» πολλοί σύγχρονοι καλλιτέχνες).

4)       Αυτό το «σημαινόμενο» υφαίνεται με κάθε είδους και αμφιβόλου αποτελεσματικότητας επιχειρήματα: Ένα βίντεο με πιτσιρίκες που μιλάνε για τις ερωτικές τους εμπειρίες γίνεται «κοινωνιολογικό σχόλιο για τις ευημερούσες κοινωνίες του Βορρά»! Ένας άνθρωπος από λινάτσα που κολυμπάει ανάμεσα σε στάχτες και γυάλινους σωλήνες γαλάζιου νέον, επικυρώνει την ύπαρξή του ως έργου Τέχνης επειδή θυμίζει(;) την αναπαράσταση του ποταμού Ιλισού στο αέτωμα του Παρθενώνα! Ένας άντρας με τα χέρια ανοιχτά «θέτει το πρόβλημα της ρυθμικής χρονικής ακύρωσης και του φωτός ως υλικού μέσου που διατυπώνει όγκο αλλά δεν προχωρεί στη λύση του»! Κλπ., κλπ., κλπ. Με αυτή τη διαδικασία μπορούμε να «αναβαθμίσουμε» σε έργο Τέχνης ο,τιδήποτε! Ωστόσο, ό,τι κι αν γράψουν οι «κριτικοί Τέχνης»(;) δεν θα κατορθώσουν να πείσουν τον θεατή που διαθέτει στοιχειώδη νοημοσύνη ότι είναι Τέχνη τα εκτρώματα του Τζεφ Κουνς, του Ντέμιαν Χιρς, του Τόνυ Κρεγκ και άλλων σύγχρονων απατεώνων που υποδύονται τους καλλιτέχνες, συνεπικουρούμενοι από τους «κριτικούς».

5)       Αυτή είναι η κληρονομιά και η κατάρα του (αληθινού) εικονοκλάστη Μαρσέλ Ντυσάν, της ρόδας ποδηλάτου και του ουρητηρίου του: μια πρόκληση που επαναλαμβάνεται δεν είναι πρόκληση αλλά κοινοτοπία. Αν όλα είναι Τέχνη, τίποτα πλέον δεν είναι Τέχνη!

6)       Η «μεταμοντέρνα κατάσταση» (τέλος των αριστουργημάτων, αναβίωση/ανάμιξη παλαιότερων στυλ) δεν δίνει απαραιτήτως άφεση αμαρτιών σε όλα τα σύγχρονα τερατουργήματα. Υπάρχουν μεταμοντέρνοι καλλιτέχνες που είναι μεγάλοι (το αποδεικνύει ο Τσόκλης με τα τελευταία κυρίως έργα του).

7)       Γνωστός τεχνοκριτικός αποφαίνεται: «Η σύγχρονη Τέχνη είναι μετωνυμική και διαδραστική, που θα πει ότι προτείνει μεν έναν θεατρικό χώρο, αλλά το κείμενο θα το συνθέσει ο θεατής». Για να το κάνει αυτό ο θεατής θα πρέπει να έχει γνώση ολόκληρης της Ιστορίας της Τέχνης και –πάλι επιμένω ο αδαής!– να κατανοεί το περιεχόμενό του. Το «ανοιχτό έργο Τέχνης» προϋποθέτει λοιπόν τεράστιες γνώσεις, ευστροφία, οξύνοια, διεισδυτικότητα και δημιουργικότητα από την πλευρά του θεατή. Πόσοι θεατές έχουν αυτές τις υψηλές προδιαγραφές; Τελικά, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες δημιουργούν μόνο για μια happy few μειοψηφία;

Ως εκ τούτου, δεν είναι ψέμα ότι το 90% της σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής είναι στείρες προσπάθειες καταναγκαστικής «πρωτοτυπίας» και ταχυδακτυλουργικού εντυπωσιασμού των ιθαγενών-θεατών, δηλαδή σκουπίδια. Δεν πρέπει να ντρεπόμαστε να το ομολογήσουμε, ούτε και να είμαστε επιλεκτικοί. Η επιλεκτικότητα είναι δείγμα ποιοτικής απαίτησης. Ας ψάξουμε λοιπόν για το 10% που είναι Μεγάλη Τέχνη και η οποία δεν χρειάζεται «εξηγήσεις», γιατί μιλάει από μόνη της. Οι «εξηγήσεις» χρειάζονται σε άσχετους πάμπλουτους συλλέκτες, που απαιτούν έγγραφα εχέγγυα από τους «κριτικούς», για να διασφαλίσουν έτσι την «αξία» των χρυσοπληρωμένων αποκτημάτων τους στο «χρηματιστήριο της Τέχνης». Λοιπόν, τελικά όλα είναι Τέχνη για λίγους ή τίποτα δεν είναι Τέχνη;

 

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΟΣΚΕΛΗΣ είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας και συγγραφέας.