Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της Συμφωνίας των Πρεσπών

Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της Συμφωνίας των Πρεσπών(1)

Αποτέλεσμα εικόνας για Prespanski sporazum

Γράφει ο Άγγελος Μπληζιώτης

Λοιπόν, ο κύβος ερρίφθει και το όνομα αυτού «Βόρεια Μακεδονία». Ένα όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, ένα όνομα «για όλες τις χρήσεις». Η συμφωνία χαιρετίστηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Η.Π.Α., οι δύο πρωθυπουργοί προτάθηκαν για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Όλα φαίνονται αρμονικά ή μήπως δεν είναι έτσι;

Στο σύνθετο κόσμο που ζούμε και στις ακόμη πιο σύνθετες διεθνείς σχέσεις θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η «Συμφωνία των Πρεσπών» κάθε άλλο παρά καλή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

Η συμφωνία αυτή δεν είναι καλή για την Ελλάδα. Δεν είναι καλή γιατί καταρχήν, δε λύνει οριστικά το ζήτημα της εθνικότητας. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 ορίζεται πως η ιθαγένεια του Δεύτερου Μέρους είναι Μακεδονική/πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας. Αλλά η απόδοση μιας τέτοιας ιθαγένειας κάθε άλλο παρά ξεκαθαρίζει το πολυθρύλητο ζήτημα της εθνικότητας. Καταρχάς, εισάγει το καινοφανές στο διεθνές πολιτικό σύστημα η ιθαγένεια μίας χώρας να μην ταυτίζεται λεκτικά με το ίδιο το όνομα της χώρας, καθώς παραλείπει, τουλάχιστον στο πρώτο συστατικό του, στο σημείο αναφοράς του θα λέγαμε, το γεωγραφικό προσδιορισμό του ονόματος της χώρας αυτής. Ακόμη και αν δεχτούμε τον ισχυρισμό της κυβέρνησης πως πρόκειται για την ιθαγένεια και όχι για την εθνικότητα τα πράγματα συσκοτίζονται και μπερδεύονται ακόμη περισσότερο από τρεις άλλες πρόνοιες της ίδιας συμφωνίας.

Η επίσημη γλώσσα του νέου κράτους επίσης θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα». Ακόμη και αν η ιθαγένεια και μόνο προσδιορίζεται με το επίθετο Μακεδονική, είναι προφανές ότι ο πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας που ομιλεί τη «Μακεδονική» είναι σχεδόν παράλογο να μην χαρακτηριστεί και αυτός Μακεδόνας. Βεβαίως, στην παράγραφο 4 του άρθρου 7 υπάρχει η δικλείδα πως η γλώσσα αυτή ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών. Όμως, αυτή η διατύπωση δεν αναιρεί επ’ ουδενί την αρχική εντύπωση που δημιουργείται. Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο από το γεγονός πως το ίδιο άρθρο δίνει το δικαίωμα στο δεύτερο μέρος, δηλαδή στη Βόρεια Μακεδονία, χρήσης των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» έστω και αν το περιεχόμενό τους διαφοροποιείται από αυτό το οποίο η χρήση των ίδιων όρων σημαίνει για την Ελλάδα. Τέλος, οι κωδικοί της χώρας για όλες τις άλλες χρήσεις πλην των πινακίδων των αυτοκινήτων παραμένουν MK και MKD. Ας σκεφτούμε λοιπόν έναν πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας ο οποίος δεν είναι αλβανικής, τούρκικης ή οποιασδήποτε άλλης καταγωγής, ο οποίος ομιλεί τη «Μακεδονική» και παράγει ένα προϊόν το οποίο ο ίδιος ως ιδιώτης μπορεί να το χαρακτηρίσει μακεδονικό χωρίς άλλο προσδιορισμό και να το εξάγει με την ένδειξη MKD. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ώστε να εντυπωθεί στη συνείδηση οποιουδήποτε τρίτου προσώπου, το οποίο δεν φέρει στο χαρτοφυλάκιό του πρόχειρη τη συμφωνία, ως μοναδικός Μακεδόνας φορέας μιας μακεδονικής κληρονομιάς;

Η συμφωνία αυτή όμως δεν είναι καλή ούτε για τους εθνικιστές της Βόρειας Μακεδονίας. Επενδύοντας σε μια ρητορική αλυτρωτισμού, χαμένων πατρίδων και υφαρπαγής της ιστορίας των Μακεδόνων από την Ελλάδα κυβέρνησαν ή συγκυβέρνησαν από το 1998 μέχρι το 2016, με ένα κενό την περίοδο 2002-2006(2), αυξάνοντας το χάσμα με την Ελλάδα. Έχοντας ως λάβαρο τις αλλεπάλληλες αναγνωρίσεις της χώρας τους, από άλλες χώρες, με τη συνταγματική της ονομασία, κάτι που πρέπει να μας προβληματίζει για την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής μας πολιτικής, σκλήρυναν τη στάση τους θεωρώντας ότι ο πολιτισμός, η ιστορία ακόμη και τα ευρύτερα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας τους ανήκουν. Η Συμφωνία των Πρεσπών βάζει φρένο στον αλυτρωτισμό των βορείων γειτόνων μας ποικιλοτρόπως. Καταρχάς, με την αλλαγή του ονόματος του κράτους των ακόμη και στο εσωτερικό του, και τελικά ακόμα και με τη ρητή αναφορά πως η χρήση του όρου Μακεδονία και Μακεδόνας για την Ελλάδα αναφέρεται όχι μόνο στην περιοχή και τον πληθυσμό του βόρειου τμήματός της αλλά και στα χαρακτηριστικά τους, καθώς και στον Ελληνικό πολιτισμό, την ιστορία, την κουλτούρα και την κληρονομιά αυτής της περιοχής από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Μία αναφορά για την αρχαιότητα η οποία δεν υπάρχει στο αντίστοιχο εδάφιο για το δικαίωμα χρήσης των δύο παραπάνω όρων από τη Βόρεια Μακεδονία.

Η συμφωνία αυτή δεν είναι καλή και για ένα πλήθος άλλων παικτών στη διεθνή σκακιέρα όπως η Βουλγαρία, η Σερβία, η Τουρκία και περισσότερο από όλους η Ρωσία. Κάθε μία από τις παραπάνω χώρες χρησιμοποιούσε και υποδαύλιζε τον αλυτρωτισμό ο οποίος ανατρεφόταν και μεγάλωνε στη Βόρεια Μακεδονία για να συντηρήσει και επιτείνει από τη μια τη δική της σφαίρα επιρροής στο μικρό αυτό κράτος, από την άλλη οποιοδήποτε ιστορικό, πολιτισμικό ή ακόμη αργότερα εδαφικό πλήγμα στην Ελλάδα, συντηρώντας πολιτικές και πρακτικές του περασμένου αιώνα. Η συμφωνία έρχεται όχι μόνο να περιορίσει σημαντικά αυτές τις υποδαυλίζουσες ενδεχομενικότητες, αλλά και να θέσει τις βάσεις ώστε η Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα να γίνουν αλληλοεξαρτώμενοι εταίροι στην περιοχή, σε βαθμό που η ύπαρξη και ανάπτυξη της πρώτης να περνάει αποκλειστικά από τη δεύτερη, ενώ για τη δεύτερη μία νέα ηγεμονική προοπτική στην περιοχή της βαλκανικής και της Ανατολικής Μεσογείου να εξαρτάται από τις σχέσεις της με την πρώτη. Όσον αφορά τη Ρωσία τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Όχι μόνο η χώρα αυτή χάνει σταδιακά τα ερείσματα που είχε στη Βόρεια Μακεδονία, αλλά ακόμη περισσότερο με την είσοδο του μικρού κράτους στο ΝΑΤΟ και αργότερα τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις για την είσοδο του στην Ε.Ε., αυτό εντάσσεται στη σφαίρα επιρροής των Η.Π.Α. και της Γερμανίας, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας στα Βαλκάνια.

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι cea3cebacf8ccf80ceb9ceb1.jpg

Θεωρώ ότι η Συμφωνία των Πρεσπών διέπεται και από δύο ακόμη ιδιαίτερα γενικά χαρακτηριστικά. Κοιτώντας τη από μία ουδέτερη σκοπιά δίνει λύση σε ένα πρόβλημα χωρίς να θίγει τις αιτιάσεις εκάστου των μερών λαμβάνοντας υπόψη της τους προβληματισμούς και τους φόβους του. Σε γενικές γραμμές η Ελλάδα κερδίζει ένα όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις. Ταυτόχρονα, περιχαρακώνεται η ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά της από την αρχαιότητα καθώς και εξαλείφεται οποιαδήποτε αλυτρωτική τάση και εδαφική διεκδίκηση μπορεί να εγερθεί αργότερα από τη γειτονική χώρα. Η Βόρεια Μακεδονία κατοχυρώνει και με την υπογραφή της Ελλάδας το δικαίωμά της στη χρήση των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας», τουλάχιστον από τους πολίτες της. Έμμεσα διεκδικεί να κατοχυρώσει εθνικότητα και γλώσσα, έστω και αν αυτά φέρουν υποσημειώσεις και αστερίσκους. Επίσης, για να επιτευχθεί συμφωνία αφέθηκαν εκτός ζητήματα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τριβές και να οδηγήσουν σε ρήξη, αφήνοντας τα να διευθετηθούν σε βάθος χρόνου. Επομένως, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα επιτυχημένο διπλωματικό κείμενο, ακριβώς διότι με διαπραγμάτευση και μόνο επέλυσε ένα υπαρξιακό για κάθε χώρα πρόβλημα χωρίς να θίγει τον πυρήνα των απαιτήσεών της. Το τίμημα για αυτό είναι μία ασάφεια σε πολλά επιμέρους ζητήματα εφαρμογής τα οποία μέλει να διευθετηθούν. Άλλα από αυτά θα διευθετηθούν με επιτροπές και διαπραγματεύσεις. Άλλα πάλι μέσα από την καθημερινή πρακτική εφαρμογή και διεκδίκηση. Έτσι, ακόμη και αν η τράπουλα αναδιανεμήθηκε επ’ ωφελεία των Η.Π.Α. και της Γερμανίας, ως ηγεμονεύουσα την Ε.Ε., κανένας παίκτης της διεθνούς σκακιέρας δεν αποκλείεται από το να συνεχίσει να έχει ρόλο και να μπορεί να διαμορφώνει τις πρακτικές εφαρμογής της συμφωνίας με τη συμπεριφορά του, όπως πρόσφατα η Κίνα, όταν, όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα, έθεσε εμπόδια σε ελληνικά μακεδονικά προϊόντα(3).

Το πρώτο λοιπόν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, αυτό της «επιτυχημένης», λόγω της ουδετερότητάς της, συμφωνίας, έλαβε χώρα μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ιδεολογικής προσέγγισης. Σε αυτό το πλαίσιο δεν λαμβάνεται υπόψη η ιστορική καταγωγή(4) της «Μακεδονίας» και άρα το οιονεί δικαίωμα των Ελλήνων να το χρησιμοποιούν διαχρονικά αποκλειστικά και μόνο αυτοί, καθώς κάτι τέτοιο δεν είχε, και μάλλον δεν υπήρχε τρόπος να, κατοχυρωθεί με κάποιο τρόπο νομικά. Δεν λαμβάνεται επίσης υπόψη η πολιτική αναγκαιότητα που γέννησε ιστορικά το κράτος της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» αρχικά ως ομόσπονδο κρατίδιο της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, ούτε και οι σκοποί και οι βλέψεις αυτών που το δημιούργησαν και το συντήρησαν. Αφαιρώντας το ιστορικό και το πολιτικό περιεχόμενο, το μόνο που απομένει να αναγνωριστεί είναι το δικαίωμα του καθενός από τα δύο μέρη να χρησιμοποιεί τον όρο και να του δίνει το δικό του περιεχόμενο, με μέτρο τις διαπραγματευτικές του ικανότητες, την οργάνωσή του, την προσήλωσή του στον σκοπό του, την προσήλωσή του στην αποτελεσματική χρήση των μέσων που διαθέτει για την επίτευξη των σκοπών του, στις συμμαχίες που στήνει και συντηρεί εκμεταλλευόμενο τη θέση του και τις συγκυρίες, εν ολίγοις στην ορθολογική συμπεριφορά του. Το δεύτερο λοιπόν γενικό χαρακτηριστικό της συμφωνίας είναι ότι αυτή διέπεται από νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό πνεύμα. Ο νεοφιλελευθερισμός δίνει το δικαίωμα σε καθένα που διεκδικεί σε ένα υφιστάμενο νομικό και θεσμικό πλαίσιο να δρέπει τους καρπούς της διεκδίκησής του ανάλογα με το βαθμό της αποτελεσματικότητας αυτής. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα εκεί που δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα πλαίσια να δημιουργεί καινούργια και εκεί που τα παλαιά φθίνουν να τα αντικαθιστά με νέα. Η Ελλάδα από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και έπειτα, με δική της αποκλειστικά ευθύνη, επαναπαυόμενη, δεν κατοχύρωσε, στη διεθνή πολιτική σκηνή, το αποκλειστικό δικαίωμά της στη «Μακεδονία», και δεν απάντησε αποτελεσματικά στις διεκδικήσεις που σταδιακά και μεθοδευμένα εγείρονταν από την άλλη πλευρά. Επιστρέφοντας το βλέμμα στην εσωτερική πολιτική σκηνή και διεπόμενοι από ένα σατυρικό πνεύμα θα λέγαμε πως μία αριστερή κυβέρνηση σύναψε μία διακρατική συμφωνία, σε αρμονία με τις νεοφιλελεύθερες πρακτικές και επιταγές. Αναλογιζόμενοι όμως το γεγονός πως οι νεοφιλελεύθερες πρακτικές, χωρίς ένα υφιστάμενο θεσμικό ή νομικό πλαίσιο, οδηγούν σε απροσδιόριστα και ανεξέλεγκτα αποτελέσματα, πρέπει να πιστώσουμε, πως η συμφωνία αυτή, επιτυχημένη ή όχι δημιουργεί ένα πρώτο πλαίσιο που κατοχυρώνει και στις δύο πλευρές μία ελάχιστη κοινή συναίνεση.

Από εκεί και πέρα πολλά προβλήματα εγέρθηκαν ήδη με την επ’ αύριο της συμφωνίας και πριν αυτή ακόμα κυρωθεί από την ελληνική βουλή. Ήδη στη ρηματική διακοίνωση η οποία εστάλη από τη Βόρεια Μακεδονία στην Ελλάδα, σε συνέχεια της Συμφωνίας των Πρεσπών, γίνεται αναφορά για μακεδονικό λαό καθώς και για τη διασπορά των Μακεδόνων μακεδονικού λαού(5). Σύμφωνα με έγγραφο του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφορικά με ενημέρωση των μελών του για το νέο όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (Π.Γ.Δ.Μ.), προκύπτει μεταξύ άλλων πως η γλώσσα του κράτους είναι η Μακεδονική, χωρίς άλλες διευκρινήσεις, ενώ για τις δραστηριότητες της χώρας μπορεί να χρησιμοποιείται ο όρος Μακεδονικός, χωρίς άλλο προσδιορισμό(6). Την κατοχύρωση του όρου μακεδονικός ο βόρειος γείτονάς μας προσπαθεί να την επιτύχει και στον Ο.Η.Ε., ενημερώνοντας πως ο προσδιορισμός αυτός αναφέρεται σε οντότητες και στις δραστηριότητές τους που προέρχονται από τη Βόρεια Μακεδονία, αλλά δεν συνδέονται με κάποιον τρόπο με το κράτος και τις δημόσιες οντότητες ούτε χρηματοδοτούνται από αυτό(7). Ένα άλλο παράδειγμα επέκτασης και κατοχύρωσης της χρήσης του όρου μακεδονικός έρχεται από τον κλάδο του κρασιού. Ενώ μέχρι τώρα κανένας οίνος δεν εξαγόταν από την Π.Γ.Δ.Μ. με τον χαρακτηρισμό μακεδονικός, πλέον με τη νέα συμφωνία προκύπτει το ενδεχόμενο κάτι τέτοιο να διεκδικηθεί και να κατοχυρωθεί(8). Ακόμη και στο πλαίσιο να κερδηθούν οι εντυπώσεις, αλλά και να ελεγχθούν τα αντανακλαστικά της ελληνικής διπλωματίας, το τουριστικό περίπτερο της Βόρειας Μακεδονίας στη διεθνή έκθεση του Βερολίνου διαφήμιζε τη «Μακεδονία» ως τουριστικό προορισμό(9). Παρά τις πρόνοιες της συμφωνίας για μη ανάμειξη εκάστου των μερών στα εσωτερικά του άλλου, πρόσφατη είναι η εκ νέου ανάδειξη των προσπαθειών για αναγνώριση στην Ελλάδα «Μακεδονικής» μειονότητας αλλά και επιπλέον διδασκαλίας της «Μακεδονικής γλώσσας»(10). Και για να μην ξεχνάμε το διεθνή παράγοντα και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει, πρόσφατες είναι και οι εντυπώσεις από δημοσίευμα του BBC περί αναφοράς για «καταπιεσμένη μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα». Όμως, και το ρωσικό πρακτορείο Sputnik, δίνει βήμα και κάνει αναλυτική αναφορά στα περί «Μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα»(11). Τέλος, σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Μάθιου Νίμιτς αναφέρει ρητά πως με τη Συμφωνία των Πρεσπών δεν απειλείται η «Μακεδονική ταυτότητα» και το δικαίωμα των πολιτών να δηλώνουν «Μακεδόνες»(12).’

Αποτέλεσμα εικόνας για Prespanski sporazum

Τα προβλήματα και οι τριβές αναφορικά με τη διεκδίκηση και κατοχύρωση διεθνώς των όρων «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός» είναι προφανές πως θα συνεχίσουν. Παρόλα αυτά η συμφωνία παρέχει κάποια εργαλεία που πρέπει να χρησιμοποιηθούν με εύγλωττο και προληπτικό τρόπο.

Καταρχάς, εντός της ελληνικής επικράτειας, κατά την κρίση μου, το ζήτημα της διεκδίκησης διακριτής «Μακεδονικής μειονότητας» φαίνεται να έχει λυθεί. Εντός της ελληνικής επικράτειας έχει ισχύ η παράγραφος 2 του άρθρου 7 της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία αναγνωρίζεται και από τους δύο συμβαλλόμενους. Η κατοχύρωση του όρου «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός», χωρίς άλλο προσδιοριστικό χαρακτηρισμό, εντός της Ελλάδας, μοναδικά από μία κοινωνική ομάδα, αφενός στερεί το δικαίωμα όλων των άλλων Μακεδόνων της Ελλάδας να αυτοπροσδιορίζονται επίσης ως Μακεδόνες χωρίς άλλο προσδιοριστικό όρο, και αφετέρου επεκτείνει την πρόνοια της παραγράφου 3 του άρθρου 7 της συμφωνίας εντός της ελληνικής Μακεδονίας, κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την αμέσως προηγούμενή της παράγραφο. Παρόλα αυτά, στα πλαίσια του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού, χωρίς όμως να θίγεται το ίδιο δικαίωμα κάθε άλλου, αλλά και του δικαιώματος του ετεροπροσδιορισμού, εφόσον απαιτηθεί και αναπόδραστα προκύψει ανάγκη, η ομάδα που θέλει να ετεροπροσδιοριστεί ως προς τους Μακεδόνες της Ελλάδας λογικό είναι να φέρει έναν πρόσθετο προσδιοριστικό όρο(13). Το ίδιο και η Ελλάδα, εφόσον κληθεί να αναγνωρίσει μία μειονότητα στη Μακεδονία, θα πρέπει να το κάνει προσάπτοντας σε αυτή ένα διακριτό προσδιοριστικό όρο, πιθανώς με βάση την πολιτιστική της κληρονομιά (π.χ. Βόρειο Μακεδόνες) ή τη γλώσσα της, η οποία ανήκει στην οικογένεια των Νότιο Σλαβικών γλωσσών (οπότε Σλάβομακεδόνες(14)).

Εν ολίγοις, και όπως το αντιλαμβάνομαι, βάσει της Συμφωνίας των Πρεσπών, από τη Βόρεια Μακεδονία προέρχονται οι Μακεδόνες της Βόρειας Μακεδονίας (του δεύτερου μέρους) και από την Ελλάδα οι Μακεδόνες της Ελλάδας (του πρώτου μέρους), ως διακριτή πολιτισμική πληθυσμιακή ομάδα από τους πρώτους και ως οργανικό πολιτισμικό τμήμα της ελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς. Έτσι, οι όροι «Μακεδόνας» και «Μακεδονία» έχουν ταυτόχρονα διττό περιεχόμενο κοινά αποδεκτό και καθ’ ομολογούμενο και από τα δύο μέρη. Ένα που χαρακτηρίζει τους Μακεδόνες της Βόρειας Μακεδονίας και ένα άλλο που χαρακτηρίζει τους Μακεδόνες της Ελλάδος. Ως εκ τούτου φαίνεται να έχει βάση ο ισχυρισμός της ελληνικής κυβέρνησης, που υπέγραψε τη συμφωνία, ως προς το γεγονός πως δεν αναγνώρισε εθνικότητα. Μάλιστα, έχω την εντύπωση πως πλέον δεν μπορεί να οριστεί Μακεδονική εθνικότητα ή Μακεδονικό έθνος, καθώς ο όρος «Μακεδόνας» (και «Μακεδονία») δεν ορίζει μονοσήμαντα ένα περιεχόμενο, αλλά δύο διακριτά μεταξύ τους περιεχόμενα. Επομένως, μου κάνει εντύπωση πως η Ελλάδα δέχεται στην παραπάνω αναφερόμενη ρηματική διακοίνωση της Βόρειας Μακεδονίας τον όρο Μακεδονικός λαός. Τέτοιος δεν μπορεί να υπάρχει καθ’ ολοκληρία, διότι ως έκφραση αποξενωμένη από κάθε άλλη παραδοχή, εμπεριέχει ταυτόχρονα το Μακεδονικό λαό της Βόρειας Μακεδονίας και το Μακεδονικό λαό της Ελλάδας οντότητες πολιτισμικά διαφορετικές. Η αποδοχή της ρηματικής αυτής διακοίνωσης γίνεται μόνο κάτω από την αφαιρετική παραδοχή πως προέρχεται από το ένα από τα δύο μέρη της συμφωνίας και απευθύνεται στο άλλο μέρος. Οπότε και οι δύο καταλαβαίνουν στο τι αναφέρεται. Κάτι τέτοιο όμως, δηλαδή η κατανόηση του περιεχομένου των όρων «Μακεδόνας» και «Μακεδονία», ανάλογα με τη πηγή προέλευσής των δεν είναι απαραίτητο να γίνεται κατανοητό από οποιοδήποτε άλλον. Για αυτό θεωρώ, στα πλαίσια της νέας αυτής συμφωνίας, πως είναι χρέος όχι μόνο της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά καταρχήν των απανταχού Μακεδόνων της Ελλάδος, να συστήσουν εκ νέου τον Μακεδονικό Ελληνισμό στον κόσμο σε κάθε ευκαιρία που μπορεί να δοθεί, ώστε να κατασταθεί σαφές το διττό περιεχόμενο των παραπάνω όρων και η διττή σημασία που αυτοί έχουν για δύο γειτονικά κράτη, τα οποία ενσωματώνουν οργανικά διαφορετικές Μακεδονικές οντότητες.

Φυσικά όλα τα παραπάνω δεν διεκδικούν οποιουδήποτε είδους ορθότητα, πέρα από το ότι αποτελούν συλλογισμούς που προκύπτουν από την ανάγνωση του κειμένου μίας συμφωνίας. Προσπαθούν δε να ορθολογικοποιήσουν τα όσα αντιφατικά ακούστηκαν και γράφτηκαν στα μέσα ενημέρωσης όχι μόνο από πολιτικούς των δύο κρατών, αλλά και από ειδικούς και μη που πήραν μέρος στη σχετική συζήτηση στη χώρα μας.

Αποτέλεσμα εικόνας για Prespanski sporazum

Ακολουθώντας το ίδιο μήκος κύματος θα μπορούσε να δοθεί λύση και σε οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα δημιουργείται από την ταυτόχρονη χρήση του όρου «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός» από ιδιώτες των δύο κρατών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Η γειτονική μας χώρα αμέσως μετά τη συμφωνία φρόντισε να ενημερώσει τους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχει, αλλά, υποθέτω, και τις χώρες με τις οποίες έχει σχέσεις για το δικαίωμα των πολιτών της στη χρήση των δύο παραπάνω όρων. Η ενημέρωση έγινε με βάση την παρ. 3 του άρθρου 7, είναι όμως ελλιπής και μεροληπτική. Η πλήρης ενημέρωση θα έπρεπε να συμπεριελάμβανε και την πρόνοια της παρ. 2 του άρθρου 7 για ακριβώς το ίδιο δικαίωμα που έχουν οι πολίτες της Ελλάδας, οι προερχόμενοι από την ελληνική Μακεδονία, να χρησιμοποιούν τον ίδιο όρο, αν και με άλλο περιεχόμενο. Επομένως, είναι στην ευθύνη του κάθε διεθνούς οργανισμού και της κάθε χώρας που έχει σχέσεις με τη Βόρειο Μακεδονία και την Ελλάδα και εφόσον υπάρχει ανάγκη διαχωρισμού (που μάλλον θα υπάρξει), να αποδίδεται ένας επιπλέον προσδιορισμός τόσο στους πολίτες όσο και στα προϊόντα των δύο χωρών. Ιδιαίτερη προσοχή χρήζει το γεγονός πως, εφόσον τεθεί ανάγκη διαχωρισμού, δεν αρκεί να τεθεί προσδιορισμός μόνο στη χρήση για ένα από τα δύο μέρη, π.χ. μακεδονικό κρασί για το κρασί από τη Βόρεια Μακεδονία και ελληνικό μακεδονικό κρασί για το κρασί από την ελληνική Μακεδονία. Θα πρέπει να γίνεται χρήση προσδιορισμού και στις δύο ονομασίες, π.χ. βόρειο-μακεδονικό κρασί και ελληνικό μακεδονικό κρασί. Οι πολίτες και των δύο χωρών έχουν δικαίωμα χρήσης των όρων «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός», αλλά αφού αυτοί οι όροι έχουν διαφορετικό περιεχόμενο και αφού αυτοί οι όροι θα συμβεί να χρησιμοποιηθούν ταυτόχρονα εκτός των συνόρων των δύο κρατών, φρονώ, πως στα πλαίσια της συμφωνίας, είναι ευθύνη του φορέα στον οποίο θα γίνει η ταυτόχρονη χρήση, να αποδώσει έναν επιπλέον προσδιορισμό σε καθέναν από τους δύο όρους και όχι μόνο σε έναν από αυτούς.

Μέσα στις τόσες τριβές που μπορεί να δημιουργεί η συμφωνία και τις ας πούμε για μία ακόμη φορά «δημιουργικές» ασάφειές της, ένα «οιονεί» πλεονέκτημα που εισάγει είναι το γεγονός πως με τη συμφωνία αυτή η γειτονική μας χώρα τίθεται πλέον στο στρατόπεδο των ευρω-ατλαντικών συμμαχιών. Στη σχετική αρθρογραφία και τις σχετικές συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η συγκεκριμένη παράμετρος, δε θεωρώ πως έχει τύχει της δέουσας προσοχής ως διπλωματικό όπλο. Όσο η χώρα αυτή, βρισκόμενη σε ένα κομβικό σημείο στο κέντρο των νότιων Βαλκανίων, προερχόμενη από το πρώην ανατολικό μπλοκ, δεν είχε λάβει σαφή θέση προς τη μία (ευρω-ατλαντική συμμαχία) ή την άλλη (σινο-ρωσικός άξονας) πλευρά, αποτελούσε το «μήλον της έριδος». Όλοι οι συμπλεκόμενοι με τη μία ή την άλλη πλευρά είχαν λόγο προκειμένου να έχουν καλές σχέσεις μαζί της και προκειμένου να τη δελεάσουν να ενταχθεί στο στρατόπεδό τους, να ενθαρρύνουν τον αλυτρωτικό «μακεδονισμό» της και την αδιαλλαξία της. Από τη στιγμή που τείνει να ενταχθεί στους θεσμούς και της συμμαχίες της μίας πλευράς, οι χώρες της άλλης πλευράς έχουν κάθε κίνητρο να αναθεωρήσουν τις θέσεις τους ως προς αυτή την χώρα. Φυσικά το αν αυτή η αναθεώρηση θα είναι προς όφελος του δικαίου μας είναι στο δικό μας χέρι να το διεκδικήσουμε, εκμεταλλευόμενοι τα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα. Ταυτόχρονα, το γεγονός πως η Βόρεια Μακεδονία επιλέγει να ενταχθεί σε θεσμούς που εμείς από δεκαετίες είμαστε ενταγμένοι, μας δίνει το συγκριτικό πλεονέκτημα να διεκδικήσουμε και να κατοχυρώσουμε τις θέσεις μας στα πλαίσια αυτών των θεσμών. Αυτό προϋποθέτει ένα νέο διπλωματικό αγώνα για την ορθή ενημέρωση και χρήση των προνοιών της συμφωνίας, καθώς και για την ορθή και πλήρη ενημέρωση των θέσεων μας και των δικαιωμάτων μας αναφορικά με τη Μακεδονία. Αυτές οι θέσεις και τα δικαιώματα πρέπει να παίρνουν θεσμική μορφή σε κάθε ευκαιρία που τίθεται. Προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να είναι και η πιθανή δημιουργία νέων συμμαχιών, ώστε να έχουμε τη στήριξη κάποιων χωρών στο συγκεκριμένο ζήτημα, με αμοιβαία δική μας υποστήριξη σε θέματα δικά τους που θεωρούμε δίκαια και εφικτά. Επιπλέον, είναι νωπή η δυσφορία της Βουλγαρίας αναφορικά με τη συμφωνία και ιδιαίτερα με συγκεκριμένα ζητήματα που αυτή περιέχει. Ίσως, μια συμμαχία με τη Βουλγαρία, αφού και αυτή νέμεται ένα μέρος της ευρύτερης γεωγραφικής Μακεδονίας, σε ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος θα μπορούσε να δώσει μία επιπλέον ώθηση στη διασαφήνιση των θολών θεμάτων της συμφωνίας.

Σε κάθε περίπτωση η μη οριστική και εναργής διευθέτηση του «μακεδονικού ζητήματος» επιβάλλει από την Ελλάδα να είναι σε διπλωματική εγρήγορση και κινητικότητα, όχι μόνο στο να διορθώνει τα κακώς κείμενα που συνεχώς δημιουργούνται, αλλά κυρίως στο να προλαμβάνει τη δημιουργία τους και να διαμορφώνει τις συνθήκες ομαλής και οριστικής διευθέτησης.

Αποτέλεσμα εικόνας για Prespansko sporazum

Από αυτό ακριβώς έλκεται και το τρίτο και σημαντικότερο θεωρώ «οιονεί» πλεονέκτημα της συμφωνίας. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 κοσμογονικές αλλαγές έχουν συντελεστεί. Η κατάρρευση του πολιτικού ανατολικού μπλοκ, η απελευθέρωση των εμπορικών και των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, η τεχνολογική πρόοδος και πλείστα άλλα γεγονότα έχουν διαμορφώσει ένα περιβάλλον αβεβαιοτήτων, στο οποίο πρέπει κάθε υποκείμενο να είναι σε εγρήγορση και να διαμορφώνει καταστάσεις εάν θέλει να διατηρεί τα κεκτημένα και να ευημερεί. Δυστυχώς, η πρόνοια, η ομοιογένεια, η καινοτομία και η συνεργασία κυρίως στα θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες θεωρώ πως βρίσκεται σε υστέρηση σε σχέση με τις αναγκαιότητες που διαμορφώνονται. Είχαμε συνηθίσει να ερμηνεύουμε τη θέση μας και τη σχέση μας με τους άλλους, με βάση το θεσμικό περιβάλλον προηγούμενων δεκαετιών. Όμως, όλοι πλέον βρίσκονται στην ανάγκη να διαμορφώσουν και να διεκδικήσουν μία νέα θέση γιατί υπάρχει χώρος πλέον για αυτό. Στην ίδια θέση βρέθηκε και η Βόρεια Μακεδονία. Στην ίδια θέση βρίσκεται και η Τουρκία, η οποία διεκδικεί και όσο δεν λαμβάνει τα σωστά σήματα από εμάς θα συνεχίσει να διεκδικεί κερδίζοντας. Περισσότερο από ποτέ λοιπόν προκύπτει η ανάγκη νέων θεσμών που θα βάλουν τέλος στην αβουλία ή τις άστοχες ενέργειες τις εξωτερικής μας πολιτικής. Που θα θέσουν στην εξωτερική μας πολιτική, συντεταγμένα, όλες τις δυνάμεις του ελληνισμού παντού στον κόσμο. Που θα κάνει την εξωτερική μας πολιτική να απαντάει στις προκλήσεις και να δημιουργεί νέες δυνατότητες και προοπτικές για τον ελληνισμό, χωρίς φόβο, και χωρίς μικροκομματικές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες, αλλά με πάθος για το δίκαιο και την ανάγκη μας να φωνάξουμε τη δημιουργική μας παρουσία απανταχού. Φυσικά, ένα πρώτο εργαλείο που θα μας βάλει σε αυτό το ρου είναι η δημιουργία συμβουλίου εθνικής ασφαλείας, όπως κατά καιρούς αναλύεταιπ.χ.(15)(16), αλλά δεν τυγχάνει πολιτικής αποδοχής και εφαρμογής. Θα πρότεινα επιπλέον και συμβούλιο εθνικής στρατηγικής, το οποίο εμπλέκοντας φορείς και προσωπικότητες από όλο το φάσμα του ελληνισμού, προφανώς και του απόδημου, θα είναι σε θέση να προσδιορίζει και να θέτει καταρχήν στο λαό, αλλά και στην εκάστοτε πολιτική του ηγεσία, τις επιλογές, τους στόχους, τα μέσα και τις στρατηγικές, όχι μόνο στην εξωτερική πολιτική και ασφάλεια, αλλά και στην οικονομία, την εκπαίδευση, τη διάχυση του ελληνικού πολιτισμού και πνεύματος, την τεχνολογική πρόοδο. Και επειδή όπως προκύπτει από την πρόσφατη εμπειρία μας, με την οικονομική κρίση, το μακεδονικό, τα ελληνοτουρκικά, συνήθως, βρισκόμαστε εξαπίνης αλυσοδεμένοι με δεσμά υπέρμετρα βαριά και συχνά άδικα για τους πολλούς, η προπαρασκευή, η ομόνοια και η θεσμική συνεργασία όλων των παραγωγικών και πολιτισμικών μας δυνάμεων, δεν μπορεί παρά να είναι η μόνη λύση.

Συμπερασματικά, αυτό που θέλω να καταδείξω είναι πως το βασικό μειονέκτημα της συμφωνίας για τη χώρα μας και τους πολίτες της, δεν είναι τόσο η αναγνώριση από μέρους μας του δικαιώματος και στο βόρειο γείτονά μας στη χρήση των όρων «Μακεδόνας» και «Μακεδονία», κάτι στο οποίο είχε πρόσβαση ήδη και με μεγαλύτερη ελευθερία. Το βασικό μειονέκτημα, με αφορμή το «μακεδονικό ζήτημα» και την κάποια λύση του, έγκειται στο γεγονός πως είμαστε αναγκασμένοι να αφυπνιστούμε και να βγούμε από την «ασφάλειά» μας, από το να θεωρούμε τον κόσμο μας και τα στοιχεία που τον ορίζουν δεδομένα και αναλλοίωτα. Πρέπει να αρχίσουμε να διεκδικούμε τα δικαιώματά μας και τη θέση μας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, όπως προκύπτουν από την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας. Πρέπει προφανώς, να δημιουργήσουμε νέες συνεργατικές δομές, οι οποίες θα δύναται να ενεργοποιούν τις ελληνικές δυνάμεις σε όλο τον κόσμο. Από την άλλη, αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της συμφωνίας, δηλαδή η συνειδητοποίηση αυτής της ανάγκης μπορεί να καταστήσει τον ελληνισμό οδηγό των εξελίξεων και πηγή ανανέωσης και ελπίδας σε ένα παγκοσμιοποιημένο γίγνεσθαι, στο οποίο η απελευθέρωση των σχέσεων και των περιορισμών οδηγούν σε συγκρούσεις και όχι σε ευημερία, καθώς λείπει ο «φάρος».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. http://www.kathimerini.gr/969256/article/epikairothta/politikh/oloklhrh-h-symfwnia-gia-to-skopiano-pdf
  2. https://en.wikipedia.org/wiki/VMRO-DPMNE
  3. https://voicenews.gr/i-kina-vazi-stop-se-ellinika-proionta-pou-chrisimopioun-ton-oro-makedonikos-prepi-na-dosoun-adia-ta-skopia/
  4. https://hellasjournal.com/2019/01/to-paralogo-kai-i-symfonia-ton-prespon-pos-vaftisan-toys-skopianoys-quot-makedones-quot/?
  5. http://www.kathimerini.gr/1005140/gallery/epikairothta/politikh/me-anafores-se-makedoniko-lao-h-rhmatikh-diakoinwsh-ths-pgdm
  6. https://www.zougla.gr/politiki/article/makedones-stin-e8nikotita-i-skopiani-ke-makedoniki-i-glosa-tous-lei-to-simvoulio-evropis
  7. https://hellasjournal.com/2019/02/ta-skopia-katochyrosan-to-makedonikos-ki-ston-oie-to-quot-parathyro-quot-sti-symfonia/
  8. https://www.in.gr/2019/02/18/economy/zitoun-tora-kai-tin-onomasia-makedonikos-oinos/
  9. https://www.iefimerida.gr/news/483741/os-makedonia-periptero-ton-skopion-sti-diethni-ekthesi-toyrismoy-sto-verolino-eikones
  10. https://www.in.gr/2019/03/15/politics/diplomatia/makedoniko-meionotita-stin-ellada-prokalei-taraxi-se-tsipra-kai-zaef/
  11. https://www.tovima.gr/2019/02/26/politics/meta-to-bbc-kai-to-sputnik-provallei-makedoniki-meionotita/
  12. https://hellasjournal.com/2019/05/o-mathioy-nimits-toy-apokalyptei-gia-tis-prespes-i-ethniki-taytotita-einai-i-makedoniki/?fbclid=IwAR39tay9YIhvU07hLD5lS2qREPK1xnmFO8KNrGWhdX19oK1w23PUs3p3xKI
  13. https://www.in.gr/2019/02/26/politics/diplomatia/neo-proklitiko-dimosieyma-apo-sputnik-gia-makedoniki-meionotita-ti-ypostirizei-ouranio-tokso/
  14. https://zenithmag.wordpress.com/tag/%CE%B2%CE%BF%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CE%B4%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%B1/
  15. https://www.huffingtonpost.gr/entry/strateyike-anaykaioteta-e-sestase-toe-semvoelioe-ethnikes-asfaleias_gr_5ba9fb70e4b069d5f9d60252
  16. https://www.liberal.gr/apopsi/sumboulio-ethnikis-asfaleias-to-alithino-diakubeuma-kai-i-katastrofiki-epilogi/219840

1 thoughts on “Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της Συμφωνίας των Πρεσπών

  1. Παράθεμα: Οι ελληνοτουρκικές διαφορές και οι αναγκαίες παράμετροι για την επίλυσή τους, ως παράγοντες ανάταξης της ελληνικής πολιτικής – Σοσιαλι

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.